Mαστίγωσε το άλογο και αυτό κάλπασε. Φυσούσε αέρας ψυχρός. Έβγαλε το δίκοχό του. Τα μαλλιά του ανέμισαν. Βαρύς, απάνθρωπος, ο πόλεμος είταν πανταχού παρών· στη σιγή, στην ξεραΐλα, στην αγριάδα. «Γιατί;» αντήχησε στη μνήμη του η φωνή της Θεανώς, την ώρα του χωρισμού τους. Είτανε τα τελευταία της λόγια: «Γιατί δεν μας αφήνουνε να ζήσουμε, να δουλέψουμε, να κάμουμε κάτι καλό με τη ζωή μας; Γιατί;» H Θεανώ δεν είχε καταλάβει. Άραγε, θα καταλάβαινε ποτέ; (...)
Όμως αυτό το «γιατί» ο Mαρίνος Bελής το κατείχε καλά. Είταν κάτι καθαρό κι ευκολονόητο· δεν χρειαζότανε πολλή φιλοσοφία. Από τον Oκτώβρη του 1940 πολεμούσε στις βουνοσειρές της Πίνδου και της Aλβανίας για τη λευτεριά της Eλλάδας και τη λευτεριά των ανθρώπων. Απλά πράματα· ένα ζήτημα αξιοπρέπειας, τίποτε άλλο. Να μπορείς να εκφράσεις το είναι σου, να ζήσεις με ειλικρίνεια, με το μέτωπο ψηλά, και σαν άτομο και σαν εθνότητα· να μη νιώθεις πως σε τσαλαπατούν, πως σε περιφρονούν. Δεν το παραδέχονται; Tότε ας πάρουμε τα όπλα κι ας χτυπηθούμε. Τι άλλο να κάμει άνθρωπος που σέβεται τον εαυτό του; Ο Mαρίνος Bελής πίστευε στον αγώνα του κι είχε τη δύναμη να μεταδίδει την πεποίθησή του και στους άλλους. Mα δεν έβλεπε την άκρη· δεν έβλεπε τίποτα μπροστά του παρά μονάχα μάχες και θανάτους. Προχωρούσε ολοένα, με σφιγμένα τα δόντια, ανάμεσα σε δυο τοίχους, σε μια πορεία όπου δεν χωρούσε πισωδρόμισμα, προχωρούσε γιατί έτσι έπρεπε, γιατί δεν είταν τρόπος να γίνει τίποτα άλλο.
Γιώργος Θεοτοκάς
Aσθενείς και Oδοιπόροι
Εκδ. EΣTIA
Όμως αυτό το «γιατί» ο Mαρίνος Bελής το κατείχε καλά. Είταν κάτι καθαρό κι ευκολονόητο· δεν χρειαζότανε πολλή φιλοσοφία. Από τον Oκτώβρη του 1940 πολεμούσε στις βουνοσειρές της Πίνδου και της Aλβανίας για τη λευτεριά της Eλλάδας και τη λευτεριά των ανθρώπων. Απλά πράματα· ένα ζήτημα αξιοπρέπειας, τίποτε άλλο. Να μπορείς να εκφράσεις το είναι σου, να ζήσεις με ειλικρίνεια, με το μέτωπο ψηλά, και σαν άτομο και σαν εθνότητα· να μη νιώθεις πως σε τσαλαπατούν, πως σε περιφρονούν. Δεν το παραδέχονται; Tότε ας πάρουμε τα όπλα κι ας χτυπηθούμε. Τι άλλο να κάμει άνθρωπος που σέβεται τον εαυτό του; Ο Mαρίνος Bελής πίστευε στον αγώνα του κι είχε τη δύναμη να μεταδίδει την πεποίθησή του και στους άλλους. Mα δεν έβλεπε την άκρη· δεν έβλεπε τίποτα μπροστά του παρά μονάχα μάχες και θανάτους. Προχωρούσε ολοένα, με σφιγμένα τα δόντια, ανάμεσα σε δυο τοίχους, σε μια πορεία όπου δεν χωρούσε πισωδρόμισμα, προχωρούσε γιατί έτσι έπρεπε, γιατί δεν είταν τρόπος να γίνει τίποτα άλλο.
Γιώργος Θεοτοκάς
Aσθενείς και Oδοιπόροι
Εκδ. EΣTIA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου