Τα λάθη του παρελθόντος, που οδήγησαν τους τρεις μεγαλύτερους ομίλους του κλάδου να πουληθούν προς δέκα εκατομμύρια και… ένα ευρώ. Οι αλόγιστες επεκτάσεις με δανεικά και η απουσία «σεναρίου Β’» για τις δύσκολες ώρες.Τόνοι μελανιού έχουν χυθεί εδώ και δεκαετίες για να αναλύσουν τις ευοίωνες προοπτικές του κλάδου των ιχθυοκαλλιεργειών, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των ελληνικών επιχειρήσεων και τα μεγάλα αναπτυξιακά τους σχέδια. Η ελεύθερη αλιεία που συρρικνώνεται χρόνο με τον χρόνο, η μεγάλη τεχνογνωσία των ελληνικών επιχειρήσεων του κλάδου, ο εξαγωγικός προσανατολισμός τους, οι δυνατότητες επέκτασης σε νέα είδη ψαριών πέρα από την τσιπούρα και το λαβράκι, ήταν μερικά μόνο από τα επιχειρήματα που ακούστηκαν και όπως φαίνεται ήταν αρκετά ώστε: α) Το κράτος να ανοίξει επί σειρά ετών την κάνουλα των επιχορηγήσεων. β) Οι τράπεζες να χρηματοδοτήσουν τους μεγάλους Ομίλους του κλάδου με αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ και γ) Οι χρηματιστηριακοί επενδυτές να συμμετάσχουν σε δημόσιες εγγραφές και στη συνέχεια να καλύψουν αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου με καταβολή μετρητών. Τι απέμεινε όμως από όλα αυτά; Το 74,5% του μεγαλύτερου ομίλου και το 79,6% του δεύτερου και του τρίτου (με δεδομένο ότι το λειτουργικό κομμάτι της Δίας απορροφήθηκε από τη Σελόντα) πουλήθηκαν αθροιστικά έναντι δέκα εκατομμυρίων και… ενός ευρώ(*), ενώ προβλέπεται ανάληψη δανείων 171 εκατ. της Σελόντα και 175 εκατ. της Νηρέας ΝΗΡ +3,43%. Και αυτό, αφού οι πωλητές (οι πιστώτριες τράπεζες) είχαν το 2015 προχωρήσει σε κεφαλαιοποίηση δανείων τους στις εταιρείες αυτές, ύψους άνω των 100 εκατ. ευρώ… Έτσι, επειδή δεν έχει τεθεί από κανέναν ζήτημα «χαριστικού τιμήματος» (υπήρξε άλλωστε ανοιχτός διαγωνισμός), κύκλοι της αγοράς πιστεύουν πως όλα αυτά αποτελούν ευκαιρία προκειμένου να τεθούν προς συζήτηση ανάμεσα στους αρμοδίους τα λογιστικά πρότυπα του κλάδου, ή/και ο τρόπος εφαρμογής τους στην πράξη. Και αυτό γιατί π.χ. το 74,34% του Νηρέα πουλήθηκε προς 10 εκατ., όταν τα ίδια κεφάλαιά του στις 31/12/2017 είχαν διαμορφωθεί στα 156,12 εκατ. ευρώ (P/BV 0,07) και όταν ο όμιλος είχε σημειώσει αθροιστική καθαρή κερδοφορία 34 εκατ. ευρώ κατά τη διετία 2016-2017 (10,9 εκατ. το 2016 και 23,36 εκατ. πέρυσι). Σύμφωνα με κύκλους της αγοράς, έγιναν πολλά και μεγάλα λάθη επί μακρά σειρά ετών τόσο από τις διοικήσεις των συγκεκριμένων εταιρειών, όσο και από τις πιστώτριες τράπεζες, όπως π.χ. ελλιπής στόχευση στον περιορισμό του κόστους, αλόγιστες επεκτάσεις με δανεικά και απουσία «σεναρίου Β'» σε περίπτωση που μειώνονταν οι τρέχουσες τιμές των ψαριών. Ενδεικτική επίσης είναι η περίπτωση του ενδιαφέροντος που είχε εκδηλώσει -πριν ξεσπάσει… η «μεγάλη μπόρα»- το Linnaeus Capital να επενδύσει «ζεστά» 150 εκατ. ευρώ, προκειμένου να προχωρήσει η συγχώνευση των τριών μεγαλύτερων ομίλων (Νηρέα, Σελόντα και Δίας). Οι εμπλεκόμενες πλευρές δεν προχώρησαν, με αποτέλεσμα σήμερα οι τρεις αυτές εταιρείες να ρευστοποιούνται «έναντι πινακίου φακής» και με το νέο ιδιοκτήτη τους να καλείται να βάλει -σε πρώτη φάση μόνο- πολλές δεκάδες εκατομμυρίων ευρώ, με στόχο τη διευκόλυνση της ρευστότητάς τους και την υλοποίηση κάποιων επενδύσεων (έχουν να γίνουν πάνω από δέκα χρόνια σοβαρές επενδύσεις). * Το συνολικό τίμημα της αγοραπωλησίας ποσού δέκα εκατ. ευρώ ενδέχεται να μειωθεί, σε περίπτωση ιδίως που μεταξύ της ημερομηνίας υπογραφής της συμφωνίας αγοραπωλησίας και της ημερομηνίας ολοκλήρωσης της συναλλαγής, προκύψουν ουσιώδεις αποκλίσεις κυρίως στο συνολικό ενοποιημένο καθαρό δανεισμό των δύο ομίλων και στον ιχθυοπληθυσμό τους, με βάση προσυμφωνημένες και κοινώς αποδεκτές διαδικασίες επιβεβαιωτικού ελέγχου. ΥΓ: Προφανώς, υπάρχουν -κάτω από προϋποθέσεις- περιθώρια μεγάλης ανάπτυξης του κλάδου, όπως επίσης αρκετές είναι οι νοικοκυρεμένες ελληνικές επιχειρήσεις στον χώρο της ιχθυοκαλλιέργειας. Στέφανος Kοτζαμάνης kotzamanis@euro2day.gr
Παρασκευή 29 Ιουνίου 2018
Ψάρια: Πώς το Ελντοράντο έγινε... καπνός
Τα λάθη του παρελθόντος, που οδήγησαν τους τρεις μεγαλύτερους ομίλους του κλάδου να πουληθούν προς δέκα εκατομμύρια και… ένα ευρώ. Οι αλόγιστες επεκτάσεις με δανεικά και η απουσία «σεναρίου Β’» για τις δύσκολες ώρες.Τόνοι μελανιού έχουν χυθεί εδώ και δεκαετίες για να αναλύσουν τις ευοίωνες προοπτικές του κλάδου των ιχθυοκαλλιεργειών, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των ελληνικών επιχειρήσεων και τα μεγάλα αναπτυξιακά τους σχέδια. Η ελεύθερη αλιεία που συρρικνώνεται χρόνο με τον χρόνο, η μεγάλη τεχνογνωσία των ελληνικών επιχειρήσεων του κλάδου, ο εξαγωγικός προσανατολισμός τους, οι δυνατότητες επέκτασης σε νέα είδη ψαριών πέρα από την τσιπούρα και το λαβράκι, ήταν μερικά μόνο από τα επιχειρήματα που ακούστηκαν και όπως φαίνεται ήταν αρκετά ώστε: α) Το κράτος να ανοίξει επί σειρά ετών την κάνουλα των επιχορηγήσεων. β) Οι τράπεζες να χρηματοδοτήσουν τους μεγάλους Ομίλους του κλάδου με αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ και γ) Οι χρηματιστηριακοί επενδυτές να συμμετάσχουν σε δημόσιες εγγραφές και στη συνέχεια να καλύψουν αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου με καταβολή μετρητών. Τι απέμεινε όμως από όλα αυτά; Το 74,5% του μεγαλύτερου ομίλου και το 79,6% του δεύτερου και του τρίτου (με δεδομένο ότι το λειτουργικό κομμάτι της Δίας απορροφήθηκε από τη Σελόντα) πουλήθηκαν αθροιστικά έναντι δέκα εκατομμυρίων και… ενός ευρώ(*), ενώ προβλέπεται ανάληψη δανείων 171 εκατ. της Σελόντα και 175 εκατ. της Νηρέας ΝΗΡ +3,43%. Και αυτό, αφού οι πωλητές (οι πιστώτριες τράπεζες) είχαν το 2015 προχωρήσει σε κεφαλαιοποίηση δανείων τους στις εταιρείες αυτές, ύψους άνω των 100 εκατ. ευρώ… Έτσι, επειδή δεν έχει τεθεί από κανέναν ζήτημα «χαριστικού τιμήματος» (υπήρξε άλλωστε ανοιχτός διαγωνισμός), κύκλοι της αγοράς πιστεύουν πως όλα αυτά αποτελούν ευκαιρία προκειμένου να τεθούν προς συζήτηση ανάμεσα στους αρμοδίους τα λογιστικά πρότυπα του κλάδου, ή/και ο τρόπος εφαρμογής τους στην πράξη. Και αυτό γιατί π.χ. το 74,34% του Νηρέα πουλήθηκε προς 10 εκατ., όταν τα ίδια κεφάλαιά του στις 31/12/2017 είχαν διαμορφωθεί στα 156,12 εκατ. ευρώ (P/BV 0,07) και όταν ο όμιλος είχε σημειώσει αθροιστική καθαρή κερδοφορία 34 εκατ. ευρώ κατά τη διετία 2016-2017 (10,9 εκατ. το 2016 και 23,36 εκατ. πέρυσι). Σύμφωνα με κύκλους της αγοράς, έγιναν πολλά και μεγάλα λάθη επί μακρά σειρά ετών τόσο από τις διοικήσεις των συγκεκριμένων εταιρειών, όσο και από τις πιστώτριες τράπεζες, όπως π.χ. ελλιπής στόχευση στον περιορισμό του κόστους, αλόγιστες επεκτάσεις με δανεικά και απουσία «σεναρίου Β'» σε περίπτωση που μειώνονταν οι τρέχουσες τιμές των ψαριών. Ενδεικτική επίσης είναι η περίπτωση του ενδιαφέροντος που είχε εκδηλώσει -πριν ξεσπάσει… η «μεγάλη μπόρα»- το Linnaeus Capital να επενδύσει «ζεστά» 150 εκατ. ευρώ, προκειμένου να προχωρήσει η συγχώνευση των τριών μεγαλύτερων ομίλων (Νηρέα, Σελόντα και Δίας). Οι εμπλεκόμενες πλευρές δεν προχώρησαν, με αποτέλεσμα σήμερα οι τρεις αυτές εταιρείες να ρευστοποιούνται «έναντι πινακίου φακής» και με το νέο ιδιοκτήτη τους να καλείται να βάλει -σε πρώτη φάση μόνο- πολλές δεκάδες εκατομμυρίων ευρώ, με στόχο τη διευκόλυνση της ρευστότητάς τους και την υλοποίηση κάποιων επενδύσεων (έχουν να γίνουν πάνω από δέκα χρόνια σοβαρές επενδύσεις). * Το συνολικό τίμημα της αγοραπωλησίας ποσού δέκα εκατ. ευρώ ενδέχεται να μειωθεί, σε περίπτωση ιδίως που μεταξύ της ημερομηνίας υπογραφής της συμφωνίας αγοραπωλησίας και της ημερομηνίας ολοκλήρωσης της συναλλαγής, προκύψουν ουσιώδεις αποκλίσεις κυρίως στο συνολικό ενοποιημένο καθαρό δανεισμό των δύο ομίλων και στον ιχθυοπληθυσμό τους, με βάση προσυμφωνημένες και κοινώς αποδεκτές διαδικασίες επιβεβαιωτικού ελέγχου. ΥΓ: Προφανώς, υπάρχουν -κάτω από προϋποθέσεις- περιθώρια μεγάλης ανάπτυξης του κλάδου, όπως επίσης αρκετές είναι οι νοικοκυρεμένες ελληνικές επιχειρήσεις στον χώρο της ιχθυοκαλλιέργειας. Στέφανος Kοτζαμάνης kotzamanis@euro2day.gr
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου