Τρίτη 10 Απριλίου 2018

Ιχθυοκαλλιέργειες: Οι καραμπόλες με την Τουρκία και τα σενάρια για την Kilic


  • Ιχθυοκαλλιέργειες: Οι καραμπόλες με την Τουρκία και τα σενάρια για την Kilic
  • του Νίκου Χρυσικόπουλου 
    ​Σε απρόβλεπτο παράγοντα για την πορεία του κλάδου της ιχθυοκαλλιέργειας, τον μεγαλύτερο εξαγωγικό κλάδο τροφίμων της χώρας, αναδεικνύεται ο ανταγωνισμός από τις τουρκικές επιχειρήσεις.
    Η υπερπαραγωγή του 2017 που, όπως όλα δείχνουν, συνεχίζεται και τους πρώτους μήνες του 2018 σε συνδυασμό με την επιστροφή των επιδοτήσεων από το τουρκικό κράτος έχουν ανησυχήσει τις ελληνικές επιχειρήσεις. Η επίπτωση στις τιμές είναι εμφανής και ζητούμενο είναι κατά πόσο μπορεί να καταστεί διαχειρίσιμη, σε μία περίοδο μάλιστα μεταβατική καθώς η πώληση των Νηρέα και Σελόντα θα απαιτήσει σημαντικό διάστημα, μέχρι το τέλος του 2018, για να λάβει τις απαιτούμενες εγκρίσεις από τις Επιτροπές Ανταγωνισμού σε Ελλάδα και Ε.Ε. 
    Με την οικονομία της γείτονος να βρίσκεται υπό πίεση, οι τουρκικές επιχειρήσεις ιχθυοκαλλιέργειας θα κινηθούν επιθετικά με στόχο την αύξηση των μεριδίων και των εξαγωγών τους, με όπλο τη μείωση των τιμών των προϊόντων τους. Η Τουρκία είναι αυτή τη στιγμή η μεγαλύτερος παγκοσμίως παραγωγός τσιπούρας και λαβρακίου. Σύμφωνα με στοιχεία της ετήσιας έκθεσης υδατοκαλλιέργειας 2017 του Συνδέσμου Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών (ΣΕΘ), η Τουρκία παράγει το 41% ή 139.954 τόνους (στοιχεία 2016) της τσιπούρας και του λαβρακίου παγκοσμίως και ακολουθεί η Ελλάδα με 31% (ή 105.000 τόνους). Η εκτίμηση του ΣΕΘ είναι ότι το 2017, μετά από τέσσερα χρόνια σταδιακών μειώσεων, η παραγωγή τελικά θα είναι αυξημένη (σε επίπεδα της τάξης του 4,6%) και θα επανέλθει στους 110.000 τόνους, λόγω της αυξημένης τοποθέτησης γόνου τον προηγούμενο χρόνο 
    Στο επίκεντρο ο όμιλος Kilic 
    Την ίδια στιγμή, ωστόσο, σενάρια που έχουν δει το φως της δημοσιότητας περί πώλησης του βραχίονα της Kilic Deniz Holding, της μεγαλύτερης τουρκικής εταιρείας ιχθυοκαλλιέργειας, δημιουργούν νέα δεδομένα. Καλά πληροφορημένες πηγές του κλάδου αναφέρουν πως έχει δοθεί mandate σε μεγάλο συμβουλευτικό οίκο να διερευνήσει το ενδεχόμενο επενδυτικού ενδιαφέροντος για την τουρκική εταιρείας. 
    Άλλες πηγές, ωστόσο, ανέφεραν πως οι διερευνητικές αυτές κρούσεις προς πιθανούς επενδυτές από τον όμιλο Kilic είχαν επαναληφθεί και στο παρελθόν. Αυτή τη φορά, όμως, η πίεση από τις πιστώτριες τράπεζες του τουρκικού ομίλου ίσως αποδειχθούν καθοριστικές και για το λόγο αυτό ήδη υπάρχουν πληροφορίες περί ενδιαφέροντος από μεγάλους "παίκτες” του κλάδου και funds. Αν και είχε εμφανιστεί από ορισμένους ως ενδιαφερόμενος για την απόκτηση των Νηρέα και Σελόντα, εντούτοις κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιώθηκε.  
    Ο όμιλος Kilic, στον οποίο αντιστοιχεί περίπου το μισό της παραγωγής της γείτονος σε τσιπούρα και λαμβάκι, εξάγει τα προϊόντα του σε 65 χώρες και πρόσφατα επεκτάθηκε παραγωγικά στις ΗΠΑ, ενώ διαθέτει και μονάδα στη Δομινικανή Δημοκρατία για να προμηθεύει την αμερικανική αγορά.  
    Να σημειωθεί ότι Ελλάδα και Τουρκία μαζί αντιπροσωπεύουν το 72% της παραγωγής τσιπούρας και λαβρακίου παγκοσμίως. Η Τουρκία την τελευταία δεκαετία έχει παρουσιάσει αλματώδη αύξηση της παραγωγής αφού μέσα σε δέκα χρόνια σχεδόν τριπλασίασε την παραγωγή της ξεπερνώντας τους 130.000 τόνους και αντιπροσωπεύοντας πλέον το 41% του όγκου παραγωγής σε διεθνές επίπεδο.
    Σε επίπεδο ελληνικών εταιρειών, όπως φάνηκε στα οικονομικά αποτελέσματα που ανακοίνωσε ο Νηρέας, η μεγαλύτερη ελληνική εταιρεία του κλάδου, καταγράφεται σημαντική βελτίωση των μεγεθών. Ο Νηρέας πέτυχε το 2017 ιστορικό υψηλό EBITDA, αύξηση πωλήσεων και υπερδιπλασιασμό της κερδοφορίας του. Οι πωλήσεις του Ομίλου ανήλθαν σε € 206,7 εκ. έναντι € 195,8 εκ. του 2016, σημειώνοντας αύξηση κατά 5,6%. Το λειτουργικό EBITDA (προ της επίδρασης της αποτίμησης των βιολογικών στοιχείων σε εύλογη αξία) ανήλθε σε 30,1 εκατ.ευρώ, από 27,3 εκατ. το 2016, αύξηση κατά 10,3%, σημειώνοντας το υψηλότερο επίπεδο της ιστορίας του ομίλου. Η αύξηση του λειτουργικού EBITDA οφείλεται στην αύξηση των ποσοτήτων πώλησης και στη μείωση του κόστους παραγωγής των ψαριών τα οποία υπερκάλυψαν την αρνητική επίδραση της μείωσης της μέσης τιμής πώλησης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: