Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2011

Όταν ήμουν μικρός έπαιζα με...

Είναι μερικά πράγματα σε αυτή τη ζωή που σου
μένουν πάντα χαραγμένα στον σκληρό δίσκο του εγκεφάλου. Οι συντάκτες του MEN 24 σκάλισαν την μνήμη τους και θυμήθηκαν ποιό ήταν το αγαπημένο τους παιχνίδι όταν ήταν μικροί.
Όταν είσαι παιδί, παίζεις κυρίως με τα παιχνίδια που σου φέρνουν οι γονείς σου δώρο κάθε Χριστούγεννα. Αν είσαι κακομαθημένο, κλαις επί 3 ώρες μπροστά στα Jumbo μέχρι να σου αγοράσει ο πατέρας σου το Game Boy.
Όπως και να 'χει, το πρώτο αγαπημένο παιχνίδι κάθε παιδιού μένει για πάντα στο μυαλό του, όσο και να μεγαλώσει. Κι ακόμα κι αν τώρα τα παιχνίδια που έχουμε έχουν καλώδια, θύρες USB και wireless, υπήρχε μια εποχή που τα παιχνίδια μας ήταν πιο απλά και πολύ πιο αθώα.
Το MEN 24 κάλεσε τους συντάκτες του να θυμηθούν με τι έπαιζαν όταν ήταν μικροί.
Ο Μάνος Μίχαλος έπαιζε με το σπαθί των Thundercats














Βασικά, έπαιζα με G I JOE, με το ρινγκ του (τότε) WWE, είχα σε figure τον Bravestar (και έπαιρνα κι εγώ λίγο δύναμη της αρκούδας) και παράλληλα ζήλευα και τον διπλανό γείτονα που είχε ένα στρουμφοχωριό (που διάολο το είχε βρει, ποτέ δεν κατάλαβα - και ήμουν πολύ περήφανος να πάρω το ίδιο). Όμως, όταν δεν έπαιζα ούτε μπάσκετ στο δωμάτιο με αφρολέξ μπάλα (ο Ηλίας από πάνω μίλησε για αυτό, άξια θα έλεγα), κρατούσα το σπαθί των Θάντερκατς.
Ναι, αυτό είναι η πιο cult ανάμνηση των παιδικών μου χρόνων. Αυτό, το κόκκινο φωσφοριζέ φωτάκι (που μεγαλώνοντας μου το μαγάρισαν, λέγοντάς μου ότι χρησιμοποιείται κι αλλού) σε ένα ασημένιο (σε χρώμα), μεγάλο (αρκετά) σπαθί, copy paste αυτού που κρατούσε ο Λάιονο. Κι επειδή ποτέ δεν συμπάθησα τον Λάιονο (ήταν πιο φλώρος κι από τον Μπράντον στα Χτυποκάρδια στο Μπέβερλι Χιλς), βαριόμουν με τον Πάνθρο αλλά ήμουν τρελός με τους Θάντερκατς (ναι, περίεργο, προφανώς είχα ερωτευτεί την Τσιτάρα και πάντα μου άρεσε ο Μάμρα).
Και... Θάντερ-θάντερ-θάντερκατς, ανέβαινα πάνω στους καναπέδες. Θυμάμαι, όμως, ότι είχα κάνει μια ζημιά και την πλήρωσε με το ίδιο σπαθί. Τις έφαγα με αυτό από τη μάνα μου. Σνιαρφ, σνιαρφ...
Ο Θοδωρής Δημητρόπουλος έπαιζε με το Game Boy του


Δε νομίζω ότι υπάρχει αγόρι της γενιάς μας που να μην είχε τικ στα δάχτυλα από το πολύ Α-Β-Α-Β-Β-Α στο Game Boy. Εγώ πάντως του έδινα να καταλάβει. Δίχως σταματημό, από το πρωί ως το βράδυ, στο σχολικό, όταν “διάβαζα για την επόμενη μέρα”, πριν κοιμηθώ, σε διαλείμματα ύπνου, και φυσικά και σε διαλείμματα του σχολείου - μη σου πω και στη διάρκεια των πιο βαρετών μαθημάτων, επιμελώς κρυμμένο στο ραφάκι κάτω από το θρανίο. Περιττό να σχολιάσω το τι ανταλλαγή επί της ανταλλαγής είχε πέσει, σε σημείο που είχαμε φτάσει να ξεχνάμε ποια παιχνίδια ήταν εξαρχής δικά μας και ποια είχαν προκύψει μέσα από ανταλλαγές.
Το ξενέρωμα, δεν έπαιζε όταν διαπίστωνες ότι το καινούριο Mortal Kombat για το οποίο αντάλλαξες το πολυπαιγμένο Super Mario Land 2 (“ε πόσες φορές πια θα το τερματίσεις, δε βαρέθηκες;;”) δεν ήταν και τόσο καλό όσο τα προηγούμενα και ήθελες πίσω το παλιό σου παιχνίδι. Φυσικά από τότε η Nintendo έχει βγάλει ένα σωρό άλλες μηχανές στις οποίες έχω εθιστεί αναλόγως, αλλά η ασπρόμαυρη, οχτάμπιτη μαγεία του GB δεν ξεχνιέται.
Για τα πρακτικά, να δηλώσω πως ακόμα μου τη βιδώνει μια στο τόσο και ξαναπαίζω για λίγο. (Το να τερματίσεις το World Cup με το Καμερούν δεν είναι πια όσο δύσκολο μας έμοιαζε το ‘94.) Κι επίσης για τα πρακτικά, ναι, ακόμα θυμάμαι το cheat με οποίο τερμάτιζες το Aladdin χωρίς να παίξεις ούτε μια πίστα. Γιατί αυτό μας ενθουσίαζε τόσο πολύ, δεν το θυμάμαι πάντως.
Ο Θωμάς Σγουρός έπαιζε με πλαστικούς ναζί














Εντάξει, όχι μόνο. Είχα στην κάβα και κομμάτια από συμμάχους. Αμερικάνους, Εγγλέζους, κτλ. Και πάντα από Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Ναι, τον τελευταίο καθαρό πόλεμο. Και μην φανταστείς 10-20 κομμάτια. Είχα βάλει τον πατέρα μου και μου είχε αγοράσει ότι υπήρχε διαθέσιμο. Που σημαίνει, ότι όπου πήγαινα, πχ διακοπές στο εξοχικό στην Σαλαμίνα, κουβαλούσα μαζί μου μια τεράστια σακούλα σκουπιδιών γεμάτη στρατιωτάκια. Τα οποία άπλωνα στον κήπο και ξεκινούσα τον πόλεμο.
Οι αξιωματικοί Ναζί, με τα Λούγκερ τους, μου άρεσαν αισθητικά. Ήταν οι αγαπημένοι μου. (είπαμε, αισθητικά, όχι ιδεολογικά). Αλλά όχι οι απλοί φαντάροι. Οπότε τους έκανα τράμπα και τους έβαζα στο στρατόπεδο των συμμάχων. Και όταν με τον καιρό βαριόμουν τις γήινες μάχες, έβαζα τους φαντάρους να αναμετρηθούν με εξωγήινους, καβάλα σε δεινόσαυρους. Ναι, όπως κατάλαβες, μεγαλώνοντας, δεν είχα ούτε αδέλφια, ούτε πολλούς φίλους.
Ο Στέλιος Αρτεμάκης έπαιζε Lego με ξύλο
Τα Lego τα ξέρεις, το ξύλο μεταξύ 10χρονων σπυριάρικων που είναι ικανά να πλακωθούν οπουδήποτε, οποτεδήποτε και για οποιαδήποτε γελοία αφορμή το ξέρεις αλλά είμαι σίγουρος ότι δεν φαντάζεσαι καν τι στο διάολο είναι τα Lego με ξύλο.
λοιπόν οι κανόνες είναι πάρα πολύ απλοί και οι εξής δύο: Πρώτον, επειδή το Lego του αδερφού σου είναι πάντα καλύτερο από το δικό σου ξεκινάς τις σφαλιάρες προκειμένου να το διεκδικήσεις. Ο πιο ανθεκτικός στο ξύλο κερδίζει. Δεύτερον, στο free style, δεν έχει σημασία το παιχνίδι που θα φτιάξεις, αν θα είναι καράβι, σπίτι, διαστημόπλοιο ή μπουλντόζα, όσο τι είδους τραυματισμό μπορεί να προκαλέσει όταν θα το πετάξεις στον αντίπαλο σου: 8 points για μελανιά, 10 points για καρούμπαλο, and 12 points goes to ανοιγμένο κεφάλι.
Ο Ηλίας Αναστασιάδης έπαιζε μπάσκετ. Πρωτάθλημα.
Σε μια μπασκέτα καρφωμένη στην αυλή της γιαγιάς μου. Κανονικό, όχι μόνο σουτάκια και χαζολόγημα. Έπινοούσα 14 ομάδες και διοργάνωνα πρωτάθλημα, στο οποίο ήμουν εγώ και οι 14 ομάδες. Μετά από κάθε ματς, έγραφα τα αποτελέσματα και τους πρώτους σκόρερ των ματς, ενώ -στα μεγάλα κέφια- έδινα και μια άτυπη συνέντευξη Τύπου μετά τα μεγάλα ντέρμπι. Ξαναλέω, εγώ ήμουν και οι 10 παίκτες που βρίσκονταν στο παρκέ ανά πάσα στιγμή. Η γραμμή του τριπόντου ήταν η νοητή ευθεία της μεγαλύτερης συκιάς της αυλής, ενώ όταν έβρεχε, η αγωνιστική αναβάλλονταν. A, η επίσημη μπάλα του πρωταθλήματος ήταν μια μπάλα ποδοσφαίρου Select.
Ο Χρήστος Χατζηιωάννου έπαιζε με Playmobil
Είχα έναν τρελό θείο που μου έφερνε άπειρα GI-Joe. Αλλά εγώ πάντα γούσταρα περισσότερο τα Playmobil που μου έφερνε ο πατέρας μου. Σαν βλαμμένο έκανα για να πάρω κι άλλα κι άλλα κι άλλα. Και λίγα δεν τα λες αυτά που είχα μαζέψει σε κάτι πελώρια πλαστικά μπε κουτιά. Είχα ιππότες με το κάστρο τους. Είχα Ινδιάνους με το χωριό τους, ιππικό με το οχυρό τους και πιονέρους με την πόλη τους.
Στην αρχή έστηνα το κάστρο με τους ιππότες και αμέσως μετά το ινδιάνικο χωριό, το οχυρό του ιππικού και την πόλη με το Saloon και όλα τα σχετικά Οι μάχες ήταν επικές. Αν τα έβρισκαν σκούρα οι Ινδιάνοι με το ιππικό, έσκαγαν μύτη ιππότες να τους βοηθήσουν. Το βράδυ τα γκρέμιζα κανά για να τα ξαναστήσω την άλλη μέρα. Όταν πήρα και το μεγάλο πειρατικό, απλά χάθηκε η μπάλα. Πειράτες άλωναν το οχυρό του ιππικού την ώρα που Ινδιάνες αιχμαλωτίζονταν στο κάστρο των ιπποτών.






Δεν υπάρχουν σχόλια: