Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010
Η φιλία κάνει καλό, στην υγεία
Σύμφωνα με αρκετές έρευνες, η συνεχής κοινωνική επαφή δεν ωφελεί μόνο την ψυχική αλλά και τη σωματική μας υγεία. Με βάση αξιόπιστα στοιχεία μάλιστα, οι άνθρωποι που έχουν φίλους είναι πιθανό να ζήσουν περισσότερο σε...
σχέση με τους ανθρώπους χωρίς φίλους.
Αν και το «γιατί» παραμένει ακόμα αδιευκρίνιστο, οι ειδικοί εκτιμούν ότι τα άτομα που έχουν περισσότερους φίλους πιθανόν να προσέχουν περισσότερο τον εαυτό τους, καθώς αναπτύσσουν μια αίσθηση υποχρέωσης απέναντι σε αυτούς που αγαπούν. Η αξία της φιλίας για την υγεία μας πάντως έχει μπει στο «μικροσκόπιο» πολλών επιστημόνων με πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Φιλία και γυναικείο στρες
Οι τακτικές συναντήσεις με τις φίλες τους μπορούν γενικά να ανακουφίσουν σημαντικά τις γυναίκες από το στρες που βιώνουν στην καθημερινή τους ζωή. Πρόσφατη έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια έδειξε ότι όταν οι γυναίκες έχουν στρες έχουν την τάση να θέλουν να βρεθούν με τις φίλες τους, γεγονός που δεν ισχύει -τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό- για τους άντρες. Το αξιοσημείωτο ωστόσο είναι ότι μετά την επαφή με τις φίλες τους τα επίπεδα του στρες φαίνεται ότι μειώνονται σημαντικά.
Η φιλία αυξάνει το προσδόκιμο ζωής
Νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα αναδεικνύει τη σημασία των φιλικών σχέσεων για την υγεία, την ευημερία και τελικά για τη διάρκεια ζωής κάποιου. Συγκεκριμένα, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Brigham Young της Γιούτα εκτιμούν ότι η ύπαρξη φίλων ισοδυναμεί από άποψη υγείας με το κόψιμο του τσιγάρου, ενώ μπορεί να παρέχει μεγαλύτερα οφέλη και από την άσκηση. Εκτιμάται αντίθετα ότι η απουσία τους ισοδυναμεί με το να καπνίζει κανείς περίπου μισό πακέτο τσιγάρα τη μέρα ή ακόμα και με το να είναι αλκοολικός.
Η φιλία προστατεύει
Έρευνα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ έδειξε ότι οι γυναίκες που έχουν φίλες έχουν λιγότερες πιθανότητες να έχουν σωματικές ενοχλήσεις όσο μεγαλώνουν και λιγότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν ασθένειες του καρδιαγγειακού συστήματος. Συγκεκριμένα, η έρευνα έδειξε ότι οι φιλικές επαφές ενδέχεται να χαμηλώνουν την πίεση, να βελτιώνουν τον καρδιακό ρυθμό και να κρατούν χαμηλά ακόμα και τα επίπεδα της χοληστερόλης.
Φίλοι: Ο καλύτερος ψυχολόγος
Πολλές είναι οι έρευνες που επιβεβαιώνουν ότι οι κοινωνικές επαφές και η ύπαρξη έμπιστων φίλων στη ζωή μας πιθανόν να αποτελούν ασπίδα προστασίας για την κατάθλιψη. Η κοινωνική απομόνωση ή κοινωνική απόσυρση εξάλλου είναι γνωστό ότι αποτελούν συμπτώματα που μπορεί να συνδέονται με κατάθλιψη. Το σίγουρο είναι πάντως ότι οι φίλοι μπορεί να παίξουν ακόμα και το ρόλο του ψυχολόγου, αφού αποδεικνύεται ότι η ανακούφιση που παίρνει κανείς όταν μοιράζεται έγνοιες και προβληματισμούς είναι σημαντική και άμεση.
Φλώρα Κασσαβέτη
σχέση με τους ανθρώπους χωρίς φίλους.
Αν και το «γιατί» παραμένει ακόμα αδιευκρίνιστο, οι ειδικοί εκτιμούν ότι τα άτομα που έχουν περισσότερους φίλους πιθανόν να προσέχουν περισσότερο τον εαυτό τους, καθώς αναπτύσσουν μια αίσθηση υποχρέωσης απέναντι σε αυτούς που αγαπούν. Η αξία της φιλίας για την υγεία μας πάντως έχει μπει στο «μικροσκόπιο» πολλών επιστημόνων με πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Φιλία και γυναικείο στρες
Οι τακτικές συναντήσεις με τις φίλες τους μπορούν γενικά να ανακουφίσουν σημαντικά τις γυναίκες από το στρες που βιώνουν στην καθημερινή τους ζωή. Πρόσφατη έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια έδειξε ότι όταν οι γυναίκες έχουν στρες έχουν την τάση να θέλουν να βρεθούν με τις φίλες τους, γεγονός που δεν ισχύει -τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό- για τους άντρες. Το αξιοσημείωτο ωστόσο είναι ότι μετά την επαφή με τις φίλες τους τα επίπεδα του στρες φαίνεται ότι μειώνονται σημαντικά.
Η φιλία αυξάνει το προσδόκιμο ζωής
Νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα αναδεικνύει τη σημασία των φιλικών σχέσεων για την υγεία, την ευημερία και τελικά για τη διάρκεια ζωής κάποιου. Συγκεκριμένα, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Brigham Young της Γιούτα εκτιμούν ότι η ύπαρξη φίλων ισοδυναμεί από άποψη υγείας με το κόψιμο του τσιγάρου, ενώ μπορεί να παρέχει μεγαλύτερα οφέλη και από την άσκηση. Εκτιμάται αντίθετα ότι η απουσία τους ισοδυναμεί με το να καπνίζει κανείς περίπου μισό πακέτο τσιγάρα τη μέρα ή ακόμα και με το να είναι αλκοολικός.
Η φιλία προστατεύει
Έρευνα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ έδειξε ότι οι γυναίκες που έχουν φίλες έχουν λιγότερες πιθανότητες να έχουν σωματικές ενοχλήσεις όσο μεγαλώνουν και λιγότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν ασθένειες του καρδιαγγειακού συστήματος. Συγκεκριμένα, η έρευνα έδειξε ότι οι φιλικές επαφές ενδέχεται να χαμηλώνουν την πίεση, να βελτιώνουν τον καρδιακό ρυθμό και να κρατούν χαμηλά ακόμα και τα επίπεδα της χοληστερόλης.
Φίλοι: Ο καλύτερος ψυχολόγος
Πολλές είναι οι έρευνες που επιβεβαιώνουν ότι οι κοινωνικές επαφές και η ύπαρξη έμπιστων φίλων στη ζωή μας πιθανόν να αποτελούν ασπίδα προστασίας για την κατάθλιψη. Η κοινωνική απομόνωση ή κοινωνική απόσυρση εξάλλου είναι γνωστό ότι αποτελούν συμπτώματα που μπορεί να συνδέονται με κατάθλιψη. Το σίγουρο είναι πάντως ότι οι φίλοι μπορεί να παίξουν ακόμα και το ρόλο του ψυχολόγου, αφού αποδεικνύεται ότι η ανακούφιση που παίρνει κανείς όταν μοιράζεται έγνοιες και προβληματισμούς είναι σημαντική και άμεση.
Φλώρα Κασσαβέτη
Κούνημα των γοφών και γυναικεία γονιμότητα!
Όλοι μας γοητευόμαστε από ένα γυναικείο κορμί που κουνάει τους γοφούς του όταν περνάει από μπροστά μας. Αυτό όμως μεταφράζεται απαραίτητα σε ερωτικό κάλεσμα;
Από τη εποχή της Μέριλιν μέχρι την...
κυριαρχία των supermodels, το κούνημα των γοφών έχει επικρατήσει στις προτιμήσεις των αντρών, αυξάνοντας τη… λίμπιντο. Οι επιστήμονες έχουν καταφέρει να αποκωδικοποιήσουν τα μυστικά του γυναικείου περπατήματος και σύμφωνα με μία τελευταία έρευνα, οι… κουνιστοί γοφοί δεν «επιθυμούν» απαραίτητα να εντυπωσιάσουν το αντίθετο φύλο.
Ένα σέξι περπάτημα δεν υπονοεί πάντα ότι η γυναίκα είναι έτοιμη για όλα. Στην πραγματικότητα η νέα μελέτη αναφέρει ότι ο τρόπος που περπατάει μια γυναίκα αλλάζει ανάλογα με τον κύκλο της περιόδου της. Περιέργως, το περπάτημα αυτό γίνεται όλο και πιο προκλητικό τις ημέρες που είναι λιγότερο γόνιμη κι ορεξάτη.Οπότε το περπάτημα μιας γυναίκας είναι απλά ένα τέχνασμα για να διώξει τους ανεπιθύμητους και να καλέσει τους κατάλληλους. Αν μοστράρει έντονα τον εαυτό της και τις καμπύλες της όταν είναι σε ωορρηξία, τότε κινδυνεύει να μείνει έγκυος από κάποιον μη επιθυμητό. Η Meghan Provost του Πανεπιστημίου Queen’s του Οντάριο υποστηρίζει ότι έτσι οι γυναίκες αναπτύσσουν ένα διαφορετικό κώδικα, ο οποίος μπερδεύει τους άντρες σχετικά με τις ορέξεις τους.
Σύμφωνα με προηγούμενες μελέτες, οι διαστάσεις των γοφών και της μέσης παίζουν μεγάλο ρόλο στο ερωτικό παιχνίδι και στην αντικειμενική γοητεία μιας γυναίκας. Η τέλεια αναλογία είναι η λεπτή μέση και η λίγο ανοιχτή λεκάνη. Ιδανική πχ. θα ήταν μια γυναίκα με μέση 65 εκατοστά και γοφούς 85 με 90 εκατοστά. Άλλες έρευνες ωστόσο υποστηρίζουν ότι δεν είναι τόσο απλό όσο μια μαθηματική πράξη. Η Dr Provost και η ομάδα της έντυσαν με ειδικά κοστούμια κάποιες εθελόντριες, έτσι ώστε να μπορούν να καταγράψουν στον υπολογιστή την ακριβή κίνηση των γοφών τους. Επίσης, μάζεψαν δείγμα από το σάλιο τους για να αναλύσουν το επίπεδο της γονιμότητας στο οποίο βρίσκονταν τη δεδομένη περίοδο.
Τα αποτελέσματα ήταν τα εξής:
Εκείνες που βρίσκονταν σε ωορρηξία διέγραφαν μικρότερες κινήσεις με τους γοφούς τους και τα γόνατα τους ήταν σε κοντινή απόσταση το ένα με το άλλο. Ύστερα, 40 άντρες έπρεπε να δουν τα βιντεάκια με το περπάτημα των γυναικών αυτών και να βαθμολογήσουν τη σεξουαλικότητα της κάθε μιας. Παραδόξως, αυτές που πήραν την υψηλότερη βαθμολογία ήταν οι λογότερο γόνιμες. Η Dr Provost εξεπλάγην με τα αποτελέσματα της έρευνάς της και επανέλαβε το πείραμα αυτό με άλλα δύο γκρουπ αντρών. Κατά ένα περίεργο τρόπο το άλλο γκρουπ έδωσε αντίθετες απαντήσεις, προτιμώντας εκείνες που βρίσκονταν σε γόνιμη φάση.Οι στριπτιζέζ π.χ. κερδίζουν περισσότερα tips όταν βρίσκονται στη γόνιμη τους περίοδο. Βέβαια αυτό δε σημαίνει κάτι απαραίτητα γιατί οι άντρες γοητεύονται από τις εκφράσεις των προσώπων τους και τη μυρωδιά τους, παρά από το κούνημα των γοφών τους.
Αυτό που υποδεικνύει η έρευνα της Dr Provost είναι ότι το γυναικείο φύλλο έχει ένα γερό όπλο στα χέρια του, ή μάλλον… στους γοφούς του. Μια γυναίκα μπορεί να διαφημίσει τη σεξουαλικότητα και τη γονιμότητα της μόνο σε αυτούς που την ενδιαφέρουν και να στείλει λανθασμένα σημάδια στους ανεπιθύμητους
Από τη εποχή της Μέριλιν μέχρι την...
κυριαρχία των supermodels, το κούνημα των γοφών έχει επικρατήσει στις προτιμήσεις των αντρών, αυξάνοντας τη… λίμπιντο. Οι επιστήμονες έχουν καταφέρει να αποκωδικοποιήσουν τα μυστικά του γυναικείου περπατήματος και σύμφωνα με μία τελευταία έρευνα, οι… κουνιστοί γοφοί δεν «επιθυμούν» απαραίτητα να εντυπωσιάσουν το αντίθετο φύλο.
Ένα σέξι περπάτημα δεν υπονοεί πάντα ότι η γυναίκα είναι έτοιμη για όλα. Στην πραγματικότητα η νέα μελέτη αναφέρει ότι ο τρόπος που περπατάει μια γυναίκα αλλάζει ανάλογα με τον κύκλο της περιόδου της. Περιέργως, το περπάτημα αυτό γίνεται όλο και πιο προκλητικό τις ημέρες που είναι λιγότερο γόνιμη κι ορεξάτη.Οπότε το περπάτημα μιας γυναίκας είναι απλά ένα τέχνασμα για να διώξει τους ανεπιθύμητους και να καλέσει τους κατάλληλους. Αν μοστράρει έντονα τον εαυτό της και τις καμπύλες της όταν είναι σε ωορρηξία, τότε κινδυνεύει να μείνει έγκυος από κάποιον μη επιθυμητό. Η Meghan Provost του Πανεπιστημίου Queen’s του Οντάριο υποστηρίζει ότι έτσι οι γυναίκες αναπτύσσουν ένα διαφορετικό κώδικα, ο οποίος μπερδεύει τους άντρες σχετικά με τις ορέξεις τους.
Σύμφωνα με προηγούμενες μελέτες, οι διαστάσεις των γοφών και της μέσης παίζουν μεγάλο ρόλο στο ερωτικό παιχνίδι και στην αντικειμενική γοητεία μιας γυναίκας. Η τέλεια αναλογία είναι η λεπτή μέση και η λίγο ανοιχτή λεκάνη. Ιδανική πχ. θα ήταν μια γυναίκα με μέση 65 εκατοστά και γοφούς 85 με 90 εκατοστά. Άλλες έρευνες ωστόσο υποστηρίζουν ότι δεν είναι τόσο απλό όσο μια μαθηματική πράξη. Η Dr Provost και η ομάδα της έντυσαν με ειδικά κοστούμια κάποιες εθελόντριες, έτσι ώστε να μπορούν να καταγράψουν στον υπολογιστή την ακριβή κίνηση των γοφών τους. Επίσης, μάζεψαν δείγμα από το σάλιο τους για να αναλύσουν το επίπεδο της γονιμότητας στο οποίο βρίσκονταν τη δεδομένη περίοδο.
Τα αποτελέσματα ήταν τα εξής:
Εκείνες που βρίσκονταν σε ωορρηξία διέγραφαν μικρότερες κινήσεις με τους γοφούς τους και τα γόνατα τους ήταν σε κοντινή απόσταση το ένα με το άλλο. Ύστερα, 40 άντρες έπρεπε να δουν τα βιντεάκια με το περπάτημα των γυναικών αυτών και να βαθμολογήσουν τη σεξουαλικότητα της κάθε μιας. Παραδόξως, αυτές που πήραν την υψηλότερη βαθμολογία ήταν οι λογότερο γόνιμες. Η Dr Provost εξεπλάγην με τα αποτελέσματα της έρευνάς της και επανέλαβε το πείραμα αυτό με άλλα δύο γκρουπ αντρών. Κατά ένα περίεργο τρόπο το άλλο γκρουπ έδωσε αντίθετες απαντήσεις, προτιμώντας εκείνες που βρίσκονταν σε γόνιμη φάση.Οι στριπτιζέζ π.χ. κερδίζουν περισσότερα tips όταν βρίσκονται στη γόνιμη τους περίοδο. Βέβαια αυτό δε σημαίνει κάτι απαραίτητα γιατί οι άντρες γοητεύονται από τις εκφράσεις των προσώπων τους και τη μυρωδιά τους, παρά από το κούνημα των γοφών τους.
Αυτό που υποδεικνύει η έρευνα της Dr Provost είναι ότι το γυναικείο φύλλο έχει ένα γερό όπλο στα χέρια του, ή μάλλον… στους γοφούς του. Μια γυναίκα μπορεί να διαφημίσει τη σεξουαλικότητα και τη γονιμότητα της μόνο σε αυτούς που την ενδιαφέρουν και να στείλει λανθασμένα σημάδια στους ανεπιθύμητους
Γιατί δεν μπορούμε να φανταστούμε το θάνατό μας;
Σχεδόν καθένας έχει την τάση να φαντάζεται ότι ο νους θα εξακολουθεί να υπάρχει μετά τον θάνατο του σώματος. Ακόμα και οι άνθρωποι που πιστεύουν ότι ο νους παύει να υπάρχει κατά τον θάνατο, εμφανίζουν αυτού του τύπου τη...
δικαιολόγηση για ψυχολογική συνέχεια όπως δείχνουν κάποιες έρευνες. Εκτός από το να είναι ένα παραπροϊόν της θρησκείας ή ένα καταφύγιο ψυχολογικής ασφάλειας, τέτοιες πεποιθήσεις προέρχονται από την βαθύτερη φύση της συνείδησής μας.
Καθένας αναρωτιέται πως και από πού προήλθε.
Καθένας αναρωτιέται για το που θα πάει όταν όλα θα τελειώσουν.
Αλλά κανένας δεν ξέρει στα σίγουρα και έτσι όλα είναι το...
ίδιο για μένα.
Νομίζω, θα αφήσω απλά το μυστήριο να υπάρχει.
Everybody's wonderin' what and where they all came from.
Everybody's worryin' 'bout where they're gonna go when the whole thing's done.
But no one knows for certain and so it's all the same to me.
I think I'll just let the mystery be.
Θα μας φαίνεται ίσως το ίδιο αλλόκοτο το ότι νιώθουμε προδιατεθειμένοι να γείρουμε το κεφάλι μας συμφωνώντας στον πικρόγλυκο υπαινιγμό που εκφράζουν τα λόγια του παραπάνω ιρλανδικού τραγουδιού, του ταπεινού αυτού παιάνα για το μεταθανάτιο μυστήριο.
Στην πραγματικότητα, το πραγματικό μυστήριο είναι το γιατί είμαστε τόσο πεπεισμένοι για το ότι η ερώτησή μας, που θα πάμε 'όταν όλα θα τελειώσουν', αποτελεί ένα μυστήριο. Άλλωστε, ο εγκέφαλος είναι σαν οποιοδήποτε άλλο όργανο: ένα τμήμα του φυσικού μας σώματος. Και ο νους είναι η λειτουργία που επιτελεί ο εγκέφαλος, είναι πιο πολύ ένα ρήμα παρά ένα ουσιαστικό. Γιατί λοιπόν αναρωτιόμαστε για το που θα πάει ο νους μας όταν το σώμα θα πεθάνει; Δεν θα έπρεπε να μας είναι προφανές ότι και ο νους θα πεθάνει;
Υπάρχουν ωστόσο άνθρωποι σε κάθε πολιτισμό που πιστεύουν στη μεταθανάτια ζωή κάποιου είδους, ή το λιγότερο, δεν είναι καθόλου σίγουροι για το τι συμβαίνει με το νου μετά τον θάνατο. Και τέτοιες μη λογικές πεποιθήσεις, αντί ή εκτός από το να είναι προϊόντα της θρησκείας ή να μας προφυλάσσουν από τον τρόμο της ανυπαρξίας, αποτελούν ένα αναπόφευκτο παραπροϊόν της αυτοσυνείδησης. Γιατί δεν έχουμε ποτέ βιώσει το να μην έχουμε συνείδηση, εφόσον η συνείδηση προϋποθέτει το να βιώνει κανείς κάτι, δεν μπορούμε να φανταστούμε πως μοιάζει το να είναι κανείς πεθαμένος. Κι εκεί βρίσκεται το πρόβλημα.
Η κοινή θέαση για τον θάνατο ως ένα μεγάλο μυστήριο συνήθως αψηφάται σαν μια συναισθηματικά φορτισμένη επιθυμία να πιστέψουμε ότι ο θάνατος δεν είναι το τέλος της πορείας μας. Και πράγματι, μια διαπρεπής σχολή έρευνας στην κοινωνική ψυχολογία που καλείται Θεωρία Διαχείρισης Τρόμου (Terror Management Theory) ισχυρίζεται πως οι μεταθανάτιες πεποιθήσεις, όπως επίσης λιγότερο προφανείς πεποιθήσεις, συμπεριφορές και νοοτροπίες, υπάρχουν για να κατευνάσουν αυτό που σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν παραλυτικό άγχος για την ανυπαρξία του εγώ.
Για τους συνηγόρους αυτής της θεωρίας, διαθέτουμε ένα μυστικό οπλοστάσιο ψυχολογικών αμυνών που είναι σχεδιασμένες να κρατούν κρυφό στο ντουλάπι το άγχος που έχουμε για τον θάνατο. Ακόμα και το παρόν άρθρο θα μπορούσε να θεωρηθεί από τους θιασώτες αυτής της θεωρίας ως μια άσκηση συμβολικής αθανασίας, για να διατηρηθούν οι ιδέες που εκφράζει στην αιωνιότητα ως υποκατάστατο της αθανασίας του βιολογικού οργανισμού που το συνέθεσε.
Ωστόσο, ένας μικρός αριθμός από ερευνητές επιχειρηματολογούν ότι η εξέλιξη της αυτοσυνείδησης έχει θέσει ένα διαφορετικού είδους πρόβλημα στο σύνολό του. Σύμφωνα με τη θέση αυτή, οι πρόγονοί μας υπέφεραν από την ακλόνητη ψευδαίσθηση ότι οι νόες τους ήταν αθάνατοι και ακριβώς αυτόν τον τεράστιο παραλογισμό έχουμε κληρονομήσει από εκείνους. Κάθε ξεχωριστό ανθρώπινο ον, εξαιτίας της εξελιγμένης γνωσιακής του αρχιτεκτονικής, έχει πρόβλημα στο να συλλάβει εννοιολογικά την ψυχολογική του ανυπαρξία.
Περίεργα αθάνατος
Το πρόβλημα ισχύει ακόμα και σε εκείνους που ισχυρίζονται ότι δεν πιστεύουν στη μεταθανάτια ζωή. Όπως έγραψε ο φιλόσοφος και ιδρυτής του Κέντρου για τον Νατουραλισμό (Center for Naturalism) Thomas W. Clark σε άρθρο του για το περιοδικό Humanist το 1994:
Εδώ... είναι το πώς βλέπουμε το όλο ζήτημα: Όταν πεθαίνουμε, αυτό που έπεται είναι το τίποτα. Ο θάνατος είναι μια άβυσσος, μια μαύρη τρύπα, το τέλος της εμπειρίας. Είναι μια αιώνια ανυπαρξία, η οριστική εξάλειψη της ύπαρξης. Κι εδώ, σε ένα καρυδότσουφλο, βρίσκεται το λάθος που περιλαμβάνεται στη θέαση αυτή: το ότι την αφαίρεση της ανυπαρξίας, την κάνουμε μια θετική κατάσταση ή ποιότητα (για παράδειγμα, αυτή της 'μαυρότητας') και μετά τοποθετούμε το άτομο μέσα σ' αυτήν μετά τον θάνατο, έτσι ώστε με κάποιον τρόπο να πέσουμε στην ανυπαρξία και να παραμείνουμε εκεί αιώνια.
Λάβετε υπόψη το κάπως μακάβριο γεγονός, πως ποτέ δε θα μάθετε ότι είσαστε πεθαμένος. Μπορεί να νιώσετε τον εαυτό σας να γλιστράει μακριά, αλλά δεν μοιάζει σαν να πρόκειται να υπάρχει ένα 'εγώ' εκεί γύρω που θα έχει τη δυνατότητα να εξακριβώσει όλα όσα συμβαίνουν με την ανυπαρξία σας. Ας υπενθυμίσουμε εδώ, πως χρειάζεται ένας εν λειτουργία εγκεφαλικός φλοιός για να φιλοξενήσει οποιουδήποτε είδους γνωσιακή διαδικασία, συμπεριλαμβανομένου και του γεγονότος ότι έχετε πεθάνει και εφόσον θα έχετε πεθάνει ο φυσικός σας εγκέφαλος δεν μπορεί να παράγει τίποτε. Σε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε το 2007 στο περιοδικό Synthese, ο φιλόσοφος του Πανεπιστημίου της Αριζόνα, Shaun Nichols το έθεσε κάπως έτσι: Όταν προσπαθώ να φανταστώ την ατομική μου μη ύπαρξη πρέπει να φανταστώ πως αντιλαμβάνομαι ή γνωρίζω για τη μη ύπαρξή μου. Καθόλου περίεργο το ότι εδώ υπάρχει ένα πρόσκομμα!
Αυτή η παρατήρηση ίσως να μην ακούγεται σαν κάποια μεγάλη αποκάλυψη, αλλά ίσως αυτό ισχύει για όποιον δεν έχει σκεφτεί τι πραγματικά σημαίνει, το οποίο είναι πως η θνητότητα του καθενός από εμάς είναι ένα γεγονός που αναφέρεται και αφορά σε πρώτο πρόσωπο, είναι δηλαδή ένα συμβάν που αφορά στο υποκείμενο. Αυτό είναι το πρόσκομμα που έκανε τον συγγραφέα Wolfgang von Goethe να σημειώσει, όπως λέγεται, ότι καθένας κουβαλάει την απόδειξη της δικής του αθανασίας μέσα στον εαυτό του.
Ακόμα και όταν θέλουμε να πιστέψουμε ότι ο νους μας τελειώνει με τον θάνατο, είναι πραγματικά δύσκολο να το σκεφτούμε με αυτόν τον τρόπο. Μια έρευνα που δημοσίευσε ο συγγραφέας του παρόντος άρθρου (Jesse Bering) το 2002 στο περιοδικό 'Journal of Cognition and Culture' (Περιοδικό για τη Νόηση και τον Πολιτισμό) αποκαλύπτει ότι η ψευδαίσθηση της αθανασίας λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό στους νόες των προπτυχιακών φοιτητών που ρωτήθηκαν μια σειρά από ερωτήσεις αναφορικά με τα ψυχολογικά χαρίσματα ενός πεθαμένου ατόμου.
Ο Richard, είπε ο Jesse Bering στους φοιτητές, σκοτώθηκε ακαριαία όταν το όχημά του σφηνώθηκε σε έναν στύλο. Οι συμμετέχοντες διάβασαν μια διήγηση που αφορούσε τη νοητική κατάσταση του Richard ακριβώς πριν γίνει το ατύχημα και στη συνέχεια ρωτήθηκαν για το εάν ο άντρας, τώρα που ήταν νεκρός, διατηρούσε την δυνατότητα να βιώνει νοητικές καταστάσεις. Εξακολουθεί ο Richard να σκέφτεται τη γυναίκα του; ρώτησε τους φοιτητές. Εξακολουθεί να νιώθει τη γεύση της μέντας που έτρωγε ακριβώς λίγο πριν πεθάνει; Θέλει να είναι ζωντανός;
Τα βλέμματα που εισέπραξε ο ερευνητής ήταν περίεργα, εφόσον προφανώς δεν είναι πολλοί οι άνθρωποι που σταματούν για να σκεφτούν αν οι ψυχές σιχαίνονται τις άσχημες γεύσεις, αν νιώθουν πόθο ή αν παθαίνουν πονοκέφαλο. Ωστόσο, οι περισσότεροι έδωσαν απαντήσεις που είναι ενδεικτικές της πεποίθησης και δικαιολόγησης για ψυχολογική συνέχεια, στις οποίες φαντάστηκαν τον νου του Richard να εξακολουθεί να λειτουργεί παρά τον θάνατό του. Το εύρημα αυτό δεν προκάλεσε ιδιαίτερη έκπληξη δεδομένου ότι, σε μια ξεχωριστή κλίμακα, οι περισσότεροι συμμετέχοντες έθεσαν τον εαυτό τους στην κατηγορία αυτών που έχουν πίστη για κάποιου είδους μεταθανάτιο ζωή.
Αυτό όμως που ήταν εντυπωσιακό ήταν το ότι πολλοί συμμετέχοντες που είχαν ταυτοποιήσει τους εαυτούς τους ως έχοντες 'εξαλειπτικές' πεποιθήσεις (είχανε σημειώσει το κουτάκι που έγραφε Αυτό που πιστεύουμε ως 'η ψυχή' ή η συνειδητή προσωπικότητα ενός ατόμου, παύει οριστικά όταν το σώμα πεθαίνει) περιστασιακά έδωσαν απαντήσεις που ήταν σύμφωνες με την ψυχολογική συνέχεια. Το τριάντα τρία τοις εκατό των απαντήσεων των οπαδών του εξαλειπτικού υλισμού πρόδωσε τις κρυμμένες τους δικαιολογήσεις για το ότι τα συναισθήματα και οι επιθυμίες επιβιώνουν μετά τον θάνατο. Ένα ακόμα τριάντα έξι τοις εκατό από τις απαντήσεις τους που δικαιολογούσε την ψυχολογική συνέχεια, σχετιζόταν με νοητικές καταστάσεις αναφορικά με τη γνώση, όπως η ικανότητα για μνήμες, πεποιθήσεις ή γνώσεις. Ένας ιδιαίτερα παθιασμένος θιασώτης του εξαλειπτικού υλισμού σκέφτηκε πως όλες οι ερωτήσεις ήταν γελοίες, το ίδιο και εκείνος που τις έθεσε. Ωστόσο, τόνισε ότι και βέβαια ο Richard γνωρίζει ότι έχει πεθάνει γιατί δεν υπάρχει μεταθανάτια ζωή και ο Richard το συνειδητοποίησε με τον θάνατό του.
Γιατί είναι λοιπόν τόσο δύσκολο να συλλάβουμε την ανυπαρξία; Σύμφωνα με τη γνώμη του συγγραφέα, που την ονομάζει 'υπόθεση της περιορισμένης προσομοίωσης' (simulation constraint hypothesis), στην προσπάθειά μας να φανταστούμε πως είναι το να είμαστε πεθαμένοι επικαλούμαστε το υπόβαθρο που έχουμε από τα συνειδητά βιώματά μας, γιατί έτσι προσεγγίζουμε τα περισσότερα νοητικά πειράματα. Αλλά ο θάνατος δεν μοιάζει με τίποτε από όσα έχουμε ποτέ βιώσει. Γιατί ποτέ δεν έχουμε υπάρξει συνειδητά χωρίς συνείδηση, ακόμα και οι καλύτερες προσομοιώσεις που κάνουμε για την πραγματική ανυπαρξία δεν είναι αρκετά καλές.
Ακόμα και για όσους δεν πιστεύουν στη μεταθανάτια ζωή, μοιάζει σα να κοιτάνε σε ένα δωμάτιο γεμάτο με καθρέφτες, αλλά αντί να γίνονται μάρτυρες ενός οπτικού τρυκ, έρχονται αντιμέτωποι με νοητικές αντηχήσεις της υποκειμενικής εμπειρίας. Στην ομιλία του ισπανού φιλόσοφου Miguel de Unamuno το 1913 με τίτλο 'Η τραγική Έννοια της Ζωής' (The Tragic Sense of Life), μπορεί κανείς σχεδόν να δει τον συγγραφέα να τραβάει τα μαλλιά του με προσήλωση σ' αυτό ακριβώς το γεγονός. Προσπάθησε να νιώσεις τη συνείδησή σου με την αναπαράσταση της μη συνείδησης, γράφει, και θα αντιληφθείς το πόσο απίθανο είναι αυτό. Η προσπάθεια να κατανοήσεις κάτι τέτοιο προκαλεί την πιο ζαλιστική ναυτία.
Ίσως απαντήσετε, για στάσου. Μήπως ο Unamuno ξεχνάει κάτι; Σίγουρα έχουμε εμπειρία της ανυπαρξίας. Κάθε νύχτα, όταν βρισκόμαστε σε ύπνο δίχως όνειρα. Αλλά θα κάνατε λάθος σ' αυτήν την υπόθεση. Ο Thomas W. Clark το θέτει κάπως έτσι: Μπορεί περιστασιακά να έχουμε την εντύπωση του ότι βιώνουμε ή υφιστάμεθα μια περίοδο μη συνειδητότητας, αλλά, βέβαια, αυτό είναι απίθανο. Αυτή η ανυπαρξία της συνείδησης δεν μπορεί να είναι μια πραγματικότητα που έχει βιωθεί.
Εάν η ψυχολογική αθανασία αναπαριστά τον διαισθητικό και φυσικό τρόπο για να σκεφτόμαστε για τον θάνατο, τότε πιθανότατα θα έπρεπε να περιμένουμε τα νεαρά παιδιά να είναι προδιατεθειμένα να σκέφτονται με τη λογική αυτή. Πολλά παιδιά σε μικρή ηλικία μπορεί να έχουν δει το αγαπημένο τους κατοικίδιο να έχει πεθάνει και θα το έχουν ίσως θάψει σε κάποιο σημείο στον κήπο. Μπορεί να σκέφτονται πως το ζωάκι μπορεί να σκεφτεί και καταλαβαίνει πόσο το αγαπούσανε και το ότι εξακολουθεί να υπάρχει δεν είναι κάτι που το έμαθαν από τους γονείς τους. Ο Gerald P. Koocher, τέως πρόεδρος της Αμερικάνικης Ψυχολογικής Ένωσης (American Psychological Association APA) είχε ρωτήσει σε μια έρευνα το 1973, που δημοσιεύτηκε στο Developmental Psychology, παιδιά με ηλικία μεταξύ έξι και δεκαπέντε ετών, σχετικά με το τι συμβαίνει όταν κάποιος πεθαίνει. Πολλές από τις απαντήσεις που πήρε βασιζόντουσαν στις καθημερινές εμπειρίες για να περιγράψουν τον θάνατο, με αναφορές στον ύπνο, στην αίσθηση γαλήνης, ή απλά στο να είναι κάποιος πολύ ζαλισμένος.
Αποσύνδεση νου και σώματος
Αλλά η έρευνα του Koocher δεν αναφέρει για το από πού προέρχονται τέτοιες ιδέες. Η υπόθεση Simulation Constraint θεωρεί πως αυτού του είδους η σκέψη είναι έμφυτη και δεν είναι αποτέλεσμα μάθησης. Ευτυχώς, αυτή η υπόθεση είναι διαψεύσιμη (σύμφωνα με τον φιλόσοφο της επιστήμης Carl Popper, μια υπόθεση, πρόταση ή θεωρία είναι επιστημονική, μονάχα εφόσον είναι διαψεύσιμη, δηλαδή είναι δυνατόν να διαψευσθεί από κάποια παρατήρηση ή πείραμα). Εάν οι πεποιθήσεις για τη μεταθανάτιο ζωή αποτελούν ένα προϊόν πολιτισμικής κατήχησης, με τα παιδιά να προσλαμβάνουν τις ιδέες αυτές μέσα από τις θρησκευτικές διδασκαλίες, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ή να πληροφορούνται από την οικογένεια και τους φίλους τους, τότε κάποιος θα προέβλεπε λογικά πως η λογική της ψυχολογικής συνέχειας θα μειωνόταν με το πέρασμα του χρόνου. Εκτός από το να γίνονται πιο ενήμερα για τη δική τους θνητότητα, τα μεγαλύτερα παιδιά έχουν μια μεγαλύτερη περίοδο έκθεσης στην έννοια της μεταθανάτιας ζωής.
Στην πραγματικότητα, πρόσφατες έρευνες δείχνουν το αντίθετο μοτίβο ανάπτυξης. Σε μια έρευνα του 2004 που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Αναπτυξιακή Ψυχολογία (Developmental Psychology), ο ψυχολόγος του Πανεπιστημίου Atlantic της Φλόριντα, David F. Bjorklund και ο Jesse Bering (συγγραφέας του παρόντος) παρουσίασαν ένα θέατρο με κούκλες σε 200 παιδιά με ηλικίες από τριών μέχρι δώδεκα ετών. Κάθε παιδί παρακολούθησε την ιστορία ενός μικρού ποντικιού, του Baby Mouse, που περιφερόταν ανέμελα στο δάσος. Και τότε, σύμφωνα με την ιστορία, ο ποντικός πρόσεξε κάτι πολύ περίεργο. Οι θάμνοι άρχισαν να κινούνται! Ένας αλιγάτορας πηδάει μέσα από τους θάμνους και τον καταβρόχθισε ολόκληρο. Ο Baby Mouse δεν είναι πλέον ζωντανός.
Aκριβώς όπως οι ενήλικοι από την προαναφερόμενη έρευνα, τα παιδιά ρωτήθηκαν σχετικά με τις ψυχολογικές λειτουργίες του πεθαμένου Baby Mouse. Θέλει ακόμα ο Baby Mouse να γυρίσει σπίτι του; ρωτήθηκαν τα παιδιά. Νιώθει ακόμα άρρωστος; Μπορεί ακόμα να μυρίσει τα λουλούδια; Τα νεαρότερα παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα, αυτά που ήταν από τριών έως πέντε ετών, ήταν πολύ πιο πιθανό να δώσουν απαντήσεις που σχετιζόντουσαν με την ψυχολογική συνέχεια απ' ότι τα παιδιά που άνηκαν σε μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες.
Αλλά εδώ βρίσκεται εάν πραγματικά περίεργο σημείο. Ακόμα και τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας είχαν μια στέρεη αντίληψη της βιολογικής παύσης. Γνώριζαν, για παράδειγμα, πως ο νεκρός Baby Mouse δε χρειαζόταν πλέον νερό και τροφή. Γνώριζαν πως δε θα μεγάλωνε για να γίνει ένα ενήλικο ποντίκι. Το 85 τοις εκατό από τα νεαρότερα παιδιά είπαν ακόμα πως ο εγκέφαλος του ποντικού είχε πάψει να λειτουργεί. Ωστόσο, τα περισσότερα από αυτά τα πολύ μικρά σε ηλικία παιδιά δήλωσαν στη συνέχεια πως ο νεκρός Baby Mouse πεινούσε ή διψούσε, πως ένιωθε καλύτερα ή ακόμα πως εξακολουθούσε να είναι θυμωμένος με τον αδελφό του.
Δε θα μπορούσε να πει κανείς πως τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας δεν κατείχαν την έννοια του θανάτου, γιατί σχεδόν όλα τα παιδιά αντιλήφθηκαν πως οι βιολογικές προσταγές έπαψαν να υφίστανται μετά τον θάνατο. Μάλλον, φαίνεται πως είχαν πρόβλημα στο να χρησιμοποιήσουν αυτή τους τη γνώση για να βγάλουν θεωρητικά πορίσματα σχετικά με τις νοητικές λειτουργίες.
Από μια εξελικτική σκοπιά, μια συνεπής θεωρία αναφορικά με τον ψυχολογικό θάνατο δεν είναι αναγκαία βιώσιμη. Ο ανθρωπολόγος H. Clark Barrett του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες, πιστεύει αντ'αυτού πως η κατανόηση της βιολογικής παύσης (για παράδειγμα, πως ένα νεκρό πλάσμα δεν πρόκειται ξαφνικά να σηκωθεί και να σε δαγκώσει) είναι πιθανότατα αυτό που έσωσε ζωές και πέρασε στα γονίδια. Σύμφωνα με τον Barrett, η αντίληψη της παύσης του νου, από την άλλη μεριά, δεν είναι από εξελικτικής απόψεως αναγκαία.
Σε μια έρευνα που έγινε το 2005 και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Cognition, ο Barrett και η ψυχολόγος Tanya Behne από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ στην Αγγλία ανέφεραν πως τετράχρονα παιδιά που ανατράφηκαν στην πόλη του Βερολίνου ήταν το ίδιο καλά στο να διακρίνουν τα κοιμισμένα από τα νεκρά ζώα όσο καλά ήταν τα παιδιά κυνηγοί που προερχόντουσαν από την περιοχή Shuar του Εκουαδόρ. Ακόμα και τα σύγχρονα παιδιά φαίνονται πως είναι καλά συντονισμένα με τα αντιληπτικά σημεία που σηματοδοτούν τον θάνατο.
Ο πολιτισμικός παράγοντας
Από τη μια μεριά, σε μια πολύ νεαρή ηλικία τα παιδιά αντιλαμβάνονται πως τα νεκρά σώματα δεν πρόκειται να επανέλθουν στη ζωή. Από την άλλη μεριά, επίσης σε πολύ νεαρή ηλικία, τα παιδιά συνδέουν τον θάνατο με συνεχιζόμενες ψυχολογικές λειτουργίες. Που λοιπόν συναντούνται οι πολιτισμικές καταβολές και οι θρησκευτικές διδαχές;
Στην πραγματικότητα, η έκθεση στην έννοια της μεταθανάτιας ζωής παίζει έναν σημαντικό ρόλο στον εμπλουτισμό και στην επεξεργασία της φυσικής γνωσιακής υπόθεσης, είναι κάτι σαν μια σκαλωσιά για αρχιτέκτονες όπου οι πολιτισμικές καταβολές αναπτύσσουν και διακοσμούν τους ενδογενείς ψυχολογικούς δομικούς λίθους των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Το τελικό προϊόν μπορεί να είναι όσο φανταχτερό ή ασκητικό θέλει κανείς, από τις πεποιθήσεις για τη μετενσάρκωση των οπαδών του Βουδισμού μέχρι κάποιου απλού ανθρώπου που πιστεύει ότι απλά υπάρχει κάτι μετά από τον θάνατο.
Για να υποστηρίξουν την ιδέα για πολιτισμικές επιδράσεις στη φυσική τάση σχετικά με την άρνηση του θανάτου του νου ο ψυχολόγος του Πανεπιστημίου του Harvard Paul Harris και η ερευνήτρια Marta Gimenez του Εθνικού Πανεπιστημίου Εκπαίδευσης από Απόσταση της Ισπανίας, έδειξαν πως όταν η διατύπωση σε συνεντεύξεις μετατρέπεται με τρόπο ώστε να περιλαμβάνει ιατρικούς ή επιστημονικούς όρους, η δικαιολόγηση για ψυχολογική συνέπεια μειώνεται. Σ' αυτήν την έρευνα που έγινε το 2005 και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of Cognition and Culture, παιδιά με ηλικία από επτά μέχρι και ένδεκα ετών που προέρχονταν από τη Μαδρίτη, άκουσαν μια ιστορία σχετικά με έναν παπά που είπε σ' ένα παιδί ότι η πεθαμένη γιαγιά του είναι παρέα με τον Θεό. Τα παιδιά αυτά ήταν περισσότερο πιθανό να αποδώσουν συνεχιζόμενες νοητικές καταστάσεις σε αυτούς που είχαν πεθάνει από μια άλλη ομάδα παιδιών που άκουσαν μια πανομοιότυπη ιστορία η οποία αντί για έναν παπά είχε έναν γιατρό ο οποίος έλεγε στο παιδί πως ο παππούς του ήταν νεκρός και είχε θαφτεί.
Και σε μια επανάληψη του πειράματος με τον Baby Mouse που έγινε το 2005 και που δημοσιεύτηκε στο British Journal of Developmental Psychology, ο ψυχολόγος David Bjorklund και ο συγγραφέας συνεργάστηκαν με τον ψυχολόγο Carlos Hermandez Blasi από το Πανεπιστήμιο Jaume I της Ισπανίας για να συγκρίνουν παιδιά από ένα καθολικό σχολείο με παιδιά που παρακολουθούσαν ένα δημόσιο κανονικό σχολείο στο Castellon της Ισπανίας.
Όπως και με την προηγούμενη έρευνα, μια μεγάλη πλειοψηφία από τα νεαρότερα παιδιά, δηλαδή αυτά που ήταν πέντε ως έξι χρονών, που προέρχονταν και από τα δυο εκπαιδευτικά υπόβαθρα, έδωσαν απαντήσεις για το ότι οι νοητικές καταστάσεις του νεκρού Baby Mouse επιβίωναν μετά τον θάνατο. Το είδος των μαθημάτων, οι συνήθειες στο σχολείο ή η θρησκεία δεν έδειξαν κάποια διαφορά. Όσο μεγαλύτερα ήταν ωστόσο τα παιδιά, οι πολιτισμικές καταβολές άρχιζαν να επιδρούν σε μεγαλύτερο βαθμό κι έτσι τα παιδιά από το καθολικό σχολείο έτειναν περισσότερο να δώσουν δικαιολογήσεις ψυχολογικής συνέχειας απ' ότι τα παιδιά που προερχόντουσαν από κανονικό σχολείο. Υπήρχαν ακόμα και κάποια παιδιά με ιδέες παρόμοιες με τον εξαλειπτικό υλισμό, στην ομάδα των παιδιών που προερχόντουσαν από το κανονικό σχολείο.
Ελεύθερα πνεύματα
Το είδος των γνωσιακών περιορισμών που συζητήθηκαν νωρίτερα μπορεί να είναι υπεύθυνοι για την έμφυτη αίσθηση που έχουμε για την αθανασία. Αλλά παρόλο που η 'υπόθεση της περιορισμένης προσομοίωσης' βοηθάει στο να εξηγηθεί το γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι πιστεύουν σε κάτι το τόσο φανταστικά παράλογο όσο η μεταθανάτια ζωή, δεν εξηγεί γιατί οι άνθρωποι βλέπουν την ψυχή να αποκολλάται από το σώμα και να επιπλέει σαν ένα αόρατο μπαλόνι γεμισμένο με ήλιο κατευθυνόμενη στο βασίλειο της αιωνιότητας. Άλλωστε, δεν υπάρχει κάτι που μας περιορίζει στο να συνεχίζουμε να έχουμε τις πεποιθήσεις μας για μεταθανάτιο ζωή συμπεριλαμβάνοντας στις πεποιθήσεις αυτές την ιδέα ότι ο νους συνεχίζει να κατοικεί στο ενταφιασμένο κρανίο και κείτεται εκεί σε μια αιώνια μακάρια ευτυχία. Αλλά σχεδόν κανένας δεν βλέπει την συνέχεια της ύπαρξης του νου με τον τρόπο αυτό.
Όταν ήμασταν ακόμα βρέφη, μάθαμε πως οι άνθρωποι δεν σταματούν να υπάρχουν απλά επειδή δεν μπορούμε να τους δούμε. Το ίδιο συμβαίνει και με τα αντικείμενα, τα παιδιά σε κάποιο στάδιο της ανάπτυξής τους μαθαίνουν πως τα αντικείμενα διατηρούνται κι έτσι μπορεί να παίξει κανείς μαζί τους κρύβοντας αντικείμενα τα οποία τα παιδάκια στη συνέχεια τα ψάχνουν εφόσον αντιλαμβάνονται ότι συνεχίζουν να υπάρχουν. Αυτή η ψυχολογική λειτουργία μας οδηγεί στο να υποθέτουμε πως οι άνθρωποι που γνωρίζουμε βρίσκονται κάπου και κάνουν κάτι και δεν εξαφανίζονται όταν δεν είμαστε σε επαφή μαζί τους.
Για τους ανθρώπους είναι λοιπόν δύσκολο να σβήσουν αυτήν την ψυχολογική αντίληψη της διατήρησης και διάρκειας των ατόμων απλά και μόνο επειδή κάποιος ξαφνικά πεθαίνει. Αυτή η δυσκολία είναι ακόμα πιο έντονη για τους ανθρώπους που βρίσκονται κοντά μας και τους οποίους φανταζόμαστε σε συχνή βάση να εμπλέκονται σε διάφορες καθημερινές δραστηριότητες ακόμα και όταν δεν τους βλέπουμε. Έτσι, η έννοια της διατήρησης μπορεί να είναι το τελικό γνωσιακό μας εμπόδιο που δε μας αφήνει να αντιληφθούμε τον θάνατο ως κάτι το τελειωτικό. Αντίθετα, είναι πολύ πιο φυσικό να φανταζόμαστε όσους έχουν απεβιώσει σα να συνεχίζουν να υπάρχουν με κάποιον ασαφή τρόπο, σε κάποιον τόπο χωρίς να μπορούμε να τους παρατηρήσουμε, ζώντας κανονικά τις νεκρές τους ζωές
δικαιολόγηση για ψυχολογική συνέχεια όπως δείχνουν κάποιες έρευνες. Εκτός από το να είναι ένα παραπροϊόν της θρησκείας ή ένα καταφύγιο ψυχολογικής ασφάλειας, τέτοιες πεποιθήσεις προέρχονται από την βαθύτερη φύση της συνείδησής μας.
Καθένας αναρωτιέται πως και από πού προήλθε.
Καθένας αναρωτιέται για το που θα πάει όταν όλα θα τελειώσουν.
Αλλά κανένας δεν ξέρει στα σίγουρα και έτσι όλα είναι το...
ίδιο για μένα.
Νομίζω, θα αφήσω απλά το μυστήριο να υπάρχει.
Everybody's wonderin' what and where they all came from.
Everybody's worryin' 'bout where they're gonna go when the whole thing's done.
But no one knows for certain and so it's all the same to me.
I think I'll just let the mystery be.
Θα μας φαίνεται ίσως το ίδιο αλλόκοτο το ότι νιώθουμε προδιατεθειμένοι να γείρουμε το κεφάλι μας συμφωνώντας στον πικρόγλυκο υπαινιγμό που εκφράζουν τα λόγια του παραπάνω ιρλανδικού τραγουδιού, του ταπεινού αυτού παιάνα για το μεταθανάτιο μυστήριο.
Στην πραγματικότητα, το πραγματικό μυστήριο είναι το γιατί είμαστε τόσο πεπεισμένοι για το ότι η ερώτησή μας, που θα πάμε 'όταν όλα θα τελειώσουν', αποτελεί ένα μυστήριο. Άλλωστε, ο εγκέφαλος είναι σαν οποιοδήποτε άλλο όργανο: ένα τμήμα του φυσικού μας σώματος. Και ο νους είναι η λειτουργία που επιτελεί ο εγκέφαλος, είναι πιο πολύ ένα ρήμα παρά ένα ουσιαστικό. Γιατί λοιπόν αναρωτιόμαστε για το που θα πάει ο νους μας όταν το σώμα θα πεθάνει; Δεν θα έπρεπε να μας είναι προφανές ότι και ο νους θα πεθάνει;
Υπάρχουν ωστόσο άνθρωποι σε κάθε πολιτισμό που πιστεύουν στη μεταθανάτια ζωή κάποιου είδους, ή το λιγότερο, δεν είναι καθόλου σίγουροι για το τι συμβαίνει με το νου μετά τον θάνατο. Και τέτοιες μη λογικές πεποιθήσεις, αντί ή εκτός από το να είναι προϊόντα της θρησκείας ή να μας προφυλάσσουν από τον τρόμο της ανυπαρξίας, αποτελούν ένα αναπόφευκτο παραπροϊόν της αυτοσυνείδησης. Γιατί δεν έχουμε ποτέ βιώσει το να μην έχουμε συνείδηση, εφόσον η συνείδηση προϋποθέτει το να βιώνει κανείς κάτι, δεν μπορούμε να φανταστούμε πως μοιάζει το να είναι κανείς πεθαμένος. Κι εκεί βρίσκεται το πρόβλημα.
Η κοινή θέαση για τον θάνατο ως ένα μεγάλο μυστήριο συνήθως αψηφάται σαν μια συναισθηματικά φορτισμένη επιθυμία να πιστέψουμε ότι ο θάνατος δεν είναι το τέλος της πορείας μας. Και πράγματι, μια διαπρεπής σχολή έρευνας στην κοινωνική ψυχολογία που καλείται Θεωρία Διαχείρισης Τρόμου (Terror Management Theory) ισχυρίζεται πως οι μεταθανάτιες πεποιθήσεις, όπως επίσης λιγότερο προφανείς πεποιθήσεις, συμπεριφορές και νοοτροπίες, υπάρχουν για να κατευνάσουν αυτό που σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν παραλυτικό άγχος για την ανυπαρξία του εγώ.
Για τους συνηγόρους αυτής της θεωρίας, διαθέτουμε ένα μυστικό οπλοστάσιο ψυχολογικών αμυνών που είναι σχεδιασμένες να κρατούν κρυφό στο ντουλάπι το άγχος που έχουμε για τον θάνατο. Ακόμα και το παρόν άρθρο θα μπορούσε να θεωρηθεί από τους θιασώτες αυτής της θεωρίας ως μια άσκηση συμβολικής αθανασίας, για να διατηρηθούν οι ιδέες που εκφράζει στην αιωνιότητα ως υποκατάστατο της αθανασίας του βιολογικού οργανισμού που το συνέθεσε.
Ωστόσο, ένας μικρός αριθμός από ερευνητές επιχειρηματολογούν ότι η εξέλιξη της αυτοσυνείδησης έχει θέσει ένα διαφορετικού είδους πρόβλημα στο σύνολό του. Σύμφωνα με τη θέση αυτή, οι πρόγονοί μας υπέφεραν από την ακλόνητη ψευδαίσθηση ότι οι νόες τους ήταν αθάνατοι και ακριβώς αυτόν τον τεράστιο παραλογισμό έχουμε κληρονομήσει από εκείνους. Κάθε ξεχωριστό ανθρώπινο ον, εξαιτίας της εξελιγμένης γνωσιακής του αρχιτεκτονικής, έχει πρόβλημα στο να συλλάβει εννοιολογικά την ψυχολογική του ανυπαρξία.
Περίεργα αθάνατος
Το πρόβλημα ισχύει ακόμα και σε εκείνους που ισχυρίζονται ότι δεν πιστεύουν στη μεταθανάτια ζωή. Όπως έγραψε ο φιλόσοφος και ιδρυτής του Κέντρου για τον Νατουραλισμό (Center for Naturalism) Thomas W. Clark σε άρθρο του για το περιοδικό Humanist το 1994:
Εδώ... είναι το πώς βλέπουμε το όλο ζήτημα: Όταν πεθαίνουμε, αυτό που έπεται είναι το τίποτα. Ο θάνατος είναι μια άβυσσος, μια μαύρη τρύπα, το τέλος της εμπειρίας. Είναι μια αιώνια ανυπαρξία, η οριστική εξάλειψη της ύπαρξης. Κι εδώ, σε ένα καρυδότσουφλο, βρίσκεται το λάθος που περιλαμβάνεται στη θέαση αυτή: το ότι την αφαίρεση της ανυπαρξίας, την κάνουμε μια θετική κατάσταση ή ποιότητα (για παράδειγμα, αυτή της 'μαυρότητας') και μετά τοποθετούμε το άτομο μέσα σ' αυτήν μετά τον θάνατο, έτσι ώστε με κάποιον τρόπο να πέσουμε στην ανυπαρξία και να παραμείνουμε εκεί αιώνια.
Λάβετε υπόψη το κάπως μακάβριο γεγονός, πως ποτέ δε θα μάθετε ότι είσαστε πεθαμένος. Μπορεί να νιώσετε τον εαυτό σας να γλιστράει μακριά, αλλά δεν μοιάζει σαν να πρόκειται να υπάρχει ένα 'εγώ' εκεί γύρω που θα έχει τη δυνατότητα να εξακριβώσει όλα όσα συμβαίνουν με την ανυπαρξία σας. Ας υπενθυμίσουμε εδώ, πως χρειάζεται ένας εν λειτουργία εγκεφαλικός φλοιός για να φιλοξενήσει οποιουδήποτε είδους γνωσιακή διαδικασία, συμπεριλαμβανομένου και του γεγονότος ότι έχετε πεθάνει και εφόσον θα έχετε πεθάνει ο φυσικός σας εγκέφαλος δεν μπορεί να παράγει τίποτε. Σε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε το 2007 στο περιοδικό Synthese, ο φιλόσοφος του Πανεπιστημίου της Αριζόνα, Shaun Nichols το έθεσε κάπως έτσι: Όταν προσπαθώ να φανταστώ την ατομική μου μη ύπαρξη πρέπει να φανταστώ πως αντιλαμβάνομαι ή γνωρίζω για τη μη ύπαρξή μου. Καθόλου περίεργο το ότι εδώ υπάρχει ένα πρόσκομμα!
Αυτή η παρατήρηση ίσως να μην ακούγεται σαν κάποια μεγάλη αποκάλυψη, αλλά ίσως αυτό ισχύει για όποιον δεν έχει σκεφτεί τι πραγματικά σημαίνει, το οποίο είναι πως η θνητότητα του καθενός από εμάς είναι ένα γεγονός που αναφέρεται και αφορά σε πρώτο πρόσωπο, είναι δηλαδή ένα συμβάν που αφορά στο υποκείμενο. Αυτό είναι το πρόσκομμα που έκανε τον συγγραφέα Wolfgang von Goethe να σημειώσει, όπως λέγεται, ότι καθένας κουβαλάει την απόδειξη της δικής του αθανασίας μέσα στον εαυτό του.
Ακόμα και όταν θέλουμε να πιστέψουμε ότι ο νους μας τελειώνει με τον θάνατο, είναι πραγματικά δύσκολο να το σκεφτούμε με αυτόν τον τρόπο. Μια έρευνα που δημοσίευσε ο συγγραφέας του παρόντος άρθρου (Jesse Bering) το 2002 στο περιοδικό 'Journal of Cognition and Culture' (Περιοδικό για τη Νόηση και τον Πολιτισμό) αποκαλύπτει ότι η ψευδαίσθηση της αθανασίας λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό στους νόες των προπτυχιακών φοιτητών που ρωτήθηκαν μια σειρά από ερωτήσεις αναφορικά με τα ψυχολογικά χαρίσματα ενός πεθαμένου ατόμου.
Ο Richard, είπε ο Jesse Bering στους φοιτητές, σκοτώθηκε ακαριαία όταν το όχημά του σφηνώθηκε σε έναν στύλο. Οι συμμετέχοντες διάβασαν μια διήγηση που αφορούσε τη νοητική κατάσταση του Richard ακριβώς πριν γίνει το ατύχημα και στη συνέχεια ρωτήθηκαν για το εάν ο άντρας, τώρα που ήταν νεκρός, διατηρούσε την δυνατότητα να βιώνει νοητικές καταστάσεις. Εξακολουθεί ο Richard να σκέφτεται τη γυναίκα του; ρώτησε τους φοιτητές. Εξακολουθεί να νιώθει τη γεύση της μέντας που έτρωγε ακριβώς λίγο πριν πεθάνει; Θέλει να είναι ζωντανός;
Τα βλέμματα που εισέπραξε ο ερευνητής ήταν περίεργα, εφόσον προφανώς δεν είναι πολλοί οι άνθρωποι που σταματούν για να σκεφτούν αν οι ψυχές σιχαίνονται τις άσχημες γεύσεις, αν νιώθουν πόθο ή αν παθαίνουν πονοκέφαλο. Ωστόσο, οι περισσότεροι έδωσαν απαντήσεις που είναι ενδεικτικές της πεποίθησης και δικαιολόγησης για ψυχολογική συνέχεια, στις οποίες φαντάστηκαν τον νου του Richard να εξακολουθεί να λειτουργεί παρά τον θάνατό του. Το εύρημα αυτό δεν προκάλεσε ιδιαίτερη έκπληξη δεδομένου ότι, σε μια ξεχωριστή κλίμακα, οι περισσότεροι συμμετέχοντες έθεσαν τον εαυτό τους στην κατηγορία αυτών που έχουν πίστη για κάποιου είδους μεταθανάτιο ζωή.
Αυτό όμως που ήταν εντυπωσιακό ήταν το ότι πολλοί συμμετέχοντες που είχαν ταυτοποιήσει τους εαυτούς τους ως έχοντες 'εξαλειπτικές' πεποιθήσεις (είχανε σημειώσει το κουτάκι που έγραφε Αυτό που πιστεύουμε ως 'η ψυχή' ή η συνειδητή προσωπικότητα ενός ατόμου, παύει οριστικά όταν το σώμα πεθαίνει) περιστασιακά έδωσαν απαντήσεις που ήταν σύμφωνες με την ψυχολογική συνέχεια. Το τριάντα τρία τοις εκατό των απαντήσεων των οπαδών του εξαλειπτικού υλισμού πρόδωσε τις κρυμμένες τους δικαιολογήσεις για το ότι τα συναισθήματα και οι επιθυμίες επιβιώνουν μετά τον θάνατο. Ένα ακόμα τριάντα έξι τοις εκατό από τις απαντήσεις τους που δικαιολογούσε την ψυχολογική συνέχεια, σχετιζόταν με νοητικές καταστάσεις αναφορικά με τη γνώση, όπως η ικανότητα για μνήμες, πεποιθήσεις ή γνώσεις. Ένας ιδιαίτερα παθιασμένος θιασώτης του εξαλειπτικού υλισμού σκέφτηκε πως όλες οι ερωτήσεις ήταν γελοίες, το ίδιο και εκείνος που τις έθεσε. Ωστόσο, τόνισε ότι και βέβαια ο Richard γνωρίζει ότι έχει πεθάνει γιατί δεν υπάρχει μεταθανάτια ζωή και ο Richard το συνειδητοποίησε με τον θάνατό του.
Γιατί είναι λοιπόν τόσο δύσκολο να συλλάβουμε την ανυπαρξία; Σύμφωνα με τη γνώμη του συγγραφέα, που την ονομάζει 'υπόθεση της περιορισμένης προσομοίωσης' (simulation constraint hypothesis), στην προσπάθειά μας να φανταστούμε πως είναι το να είμαστε πεθαμένοι επικαλούμαστε το υπόβαθρο που έχουμε από τα συνειδητά βιώματά μας, γιατί έτσι προσεγγίζουμε τα περισσότερα νοητικά πειράματα. Αλλά ο θάνατος δεν μοιάζει με τίποτε από όσα έχουμε ποτέ βιώσει. Γιατί ποτέ δεν έχουμε υπάρξει συνειδητά χωρίς συνείδηση, ακόμα και οι καλύτερες προσομοιώσεις που κάνουμε για την πραγματική ανυπαρξία δεν είναι αρκετά καλές.
Ακόμα και για όσους δεν πιστεύουν στη μεταθανάτια ζωή, μοιάζει σα να κοιτάνε σε ένα δωμάτιο γεμάτο με καθρέφτες, αλλά αντί να γίνονται μάρτυρες ενός οπτικού τρυκ, έρχονται αντιμέτωποι με νοητικές αντηχήσεις της υποκειμενικής εμπειρίας. Στην ομιλία του ισπανού φιλόσοφου Miguel de Unamuno το 1913 με τίτλο 'Η τραγική Έννοια της Ζωής' (The Tragic Sense of Life), μπορεί κανείς σχεδόν να δει τον συγγραφέα να τραβάει τα μαλλιά του με προσήλωση σ' αυτό ακριβώς το γεγονός. Προσπάθησε να νιώσεις τη συνείδησή σου με την αναπαράσταση της μη συνείδησης, γράφει, και θα αντιληφθείς το πόσο απίθανο είναι αυτό. Η προσπάθεια να κατανοήσεις κάτι τέτοιο προκαλεί την πιο ζαλιστική ναυτία.
Ίσως απαντήσετε, για στάσου. Μήπως ο Unamuno ξεχνάει κάτι; Σίγουρα έχουμε εμπειρία της ανυπαρξίας. Κάθε νύχτα, όταν βρισκόμαστε σε ύπνο δίχως όνειρα. Αλλά θα κάνατε λάθος σ' αυτήν την υπόθεση. Ο Thomas W. Clark το θέτει κάπως έτσι: Μπορεί περιστασιακά να έχουμε την εντύπωση του ότι βιώνουμε ή υφιστάμεθα μια περίοδο μη συνειδητότητας, αλλά, βέβαια, αυτό είναι απίθανο. Αυτή η ανυπαρξία της συνείδησης δεν μπορεί να είναι μια πραγματικότητα που έχει βιωθεί.
Εάν η ψυχολογική αθανασία αναπαριστά τον διαισθητικό και φυσικό τρόπο για να σκεφτόμαστε για τον θάνατο, τότε πιθανότατα θα έπρεπε να περιμένουμε τα νεαρά παιδιά να είναι προδιατεθειμένα να σκέφτονται με τη λογική αυτή. Πολλά παιδιά σε μικρή ηλικία μπορεί να έχουν δει το αγαπημένο τους κατοικίδιο να έχει πεθάνει και θα το έχουν ίσως θάψει σε κάποιο σημείο στον κήπο. Μπορεί να σκέφτονται πως το ζωάκι μπορεί να σκεφτεί και καταλαβαίνει πόσο το αγαπούσανε και το ότι εξακολουθεί να υπάρχει δεν είναι κάτι που το έμαθαν από τους γονείς τους. Ο Gerald P. Koocher, τέως πρόεδρος της Αμερικάνικης Ψυχολογικής Ένωσης (American Psychological Association APA) είχε ρωτήσει σε μια έρευνα το 1973, που δημοσιεύτηκε στο Developmental Psychology, παιδιά με ηλικία μεταξύ έξι και δεκαπέντε ετών, σχετικά με το τι συμβαίνει όταν κάποιος πεθαίνει. Πολλές από τις απαντήσεις που πήρε βασιζόντουσαν στις καθημερινές εμπειρίες για να περιγράψουν τον θάνατο, με αναφορές στον ύπνο, στην αίσθηση γαλήνης, ή απλά στο να είναι κάποιος πολύ ζαλισμένος.
Αποσύνδεση νου και σώματος
Αλλά η έρευνα του Koocher δεν αναφέρει για το από πού προέρχονται τέτοιες ιδέες. Η υπόθεση Simulation Constraint θεωρεί πως αυτού του είδους η σκέψη είναι έμφυτη και δεν είναι αποτέλεσμα μάθησης. Ευτυχώς, αυτή η υπόθεση είναι διαψεύσιμη (σύμφωνα με τον φιλόσοφο της επιστήμης Carl Popper, μια υπόθεση, πρόταση ή θεωρία είναι επιστημονική, μονάχα εφόσον είναι διαψεύσιμη, δηλαδή είναι δυνατόν να διαψευσθεί από κάποια παρατήρηση ή πείραμα). Εάν οι πεποιθήσεις για τη μεταθανάτιο ζωή αποτελούν ένα προϊόν πολιτισμικής κατήχησης, με τα παιδιά να προσλαμβάνουν τις ιδέες αυτές μέσα από τις θρησκευτικές διδασκαλίες, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ή να πληροφορούνται από την οικογένεια και τους φίλους τους, τότε κάποιος θα προέβλεπε λογικά πως η λογική της ψυχολογικής συνέχειας θα μειωνόταν με το πέρασμα του χρόνου. Εκτός από το να γίνονται πιο ενήμερα για τη δική τους θνητότητα, τα μεγαλύτερα παιδιά έχουν μια μεγαλύτερη περίοδο έκθεσης στην έννοια της μεταθανάτιας ζωής.
Στην πραγματικότητα, πρόσφατες έρευνες δείχνουν το αντίθετο μοτίβο ανάπτυξης. Σε μια έρευνα του 2004 που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Αναπτυξιακή Ψυχολογία (Developmental Psychology), ο ψυχολόγος του Πανεπιστημίου Atlantic της Φλόριντα, David F. Bjorklund και ο Jesse Bering (συγγραφέας του παρόντος) παρουσίασαν ένα θέατρο με κούκλες σε 200 παιδιά με ηλικίες από τριών μέχρι δώδεκα ετών. Κάθε παιδί παρακολούθησε την ιστορία ενός μικρού ποντικιού, του Baby Mouse, που περιφερόταν ανέμελα στο δάσος. Και τότε, σύμφωνα με την ιστορία, ο ποντικός πρόσεξε κάτι πολύ περίεργο. Οι θάμνοι άρχισαν να κινούνται! Ένας αλιγάτορας πηδάει μέσα από τους θάμνους και τον καταβρόχθισε ολόκληρο. Ο Baby Mouse δεν είναι πλέον ζωντανός.
Aκριβώς όπως οι ενήλικοι από την προαναφερόμενη έρευνα, τα παιδιά ρωτήθηκαν σχετικά με τις ψυχολογικές λειτουργίες του πεθαμένου Baby Mouse. Θέλει ακόμα ο Baby Mouse να γυρίσει σπίτι του; ρωτήθηκαν τα παιδιά. Νιώθει ακόμα άρρωστος; Μπορεί ακόμα να μυρίσει τα λουλούδια; Τα νεαρότερα παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα, αυτά που ήταν από τριών έως πέντε ετών, ήταν πολύ πιο πιθανό να δώσουν απαντήσεις που σχετιζόντουσαν με την ψυχολογική συνέχεια απ' ότι τα παιδιά που άνηκαν σε μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες.
Αλλά εδώ βρίσκεται εάν πραγματικά περίεργο σημείο. Ακόμα και τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας είχαν μια στέρεη αντίληψη της βιολογικής παύσης. Γνώριζαν, για παράδειγμα, πως ο νεκρός Baby Mouse δε χρειαζόταν πλέον νερό και τροφή. Γνώριζαν πως δε θα μεγάλωνε για να γίνει ένα ενήλικο ποντίκι. Το 85 τοις εκατό από τα νεαρότερα παιδιά είπαν ακόμα πως ο εγκέφαλος του ποντικού είχε πάψει να λειτουργεί. Ωστόσο, τα περισσότερα από αυτά τα πολύ μικρά σε ηλικία παιδιά δήλωσαν στη συνέχεια πως ο νεκρός Baby Mouse πεινούσε ή διψούσε, πως ένιωθε καλύτερα ή ακόμα πως εξακολουθούσε να είναι θυμωμένος με τον αδελφό του.
Δε θα μπορούσε να πει κανείς πως τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας δεν κατείχαν την έννοια του θανάτου, γιατί σχεδόν όλα τα παιδιά αντιλήφθηκαν πως οι βιολογικές προσταγές έπαψαν να υφίστανται μετά τον θάνατο. Μάλλον, φαίνεται πως είχαν πρόβλημα στο να χρησιμοποιήσουν αυτή τους τη γνώση για να βγάλουν θεωρητικά πορίσματα σχετικά με τις νοητικές λειτουργίες.
Από μια εξελικτική σκοπιά, μια συνεπής θεωρία αναφορικά με τον ψυχολογικό θάνατο δεν είναι αναγκαία βιώσιμη. Ο ανθρωπολόγος H. Clark Barrett του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες, πιστεύει αντ'αυτού πως η κατανόηση της βιολογικής παύσης (για παράδειγμα, πως ένα νεκρό πλάσμα δεν πρόκειται ξαφνικά να σηκωθεί και να σε δαγκώσει) είναι πιθανότατα αυτό που έσωσε ζωές και πέρασε στα γονίδια. Σύμφωνα με τον Barrett, η αντίληψη της παύσης του νου, από την άλλη μεριά, δεν είναι από εξελικτικής απόψεως αναγκαία.
Σε μια έρευνα που έγινε το 2005 και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Cognition, ο Barrett και η ψυχολόγος Tanya Behne από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ στην Αγγλία ανέφεραν πως τετράχρονα παιδιά που ανατράφηκαν στην πόλη του Βερολίνου ήταν το ίδιο καλά στο να διακρίνουν τα κοιμισμένα από τα νεκρά ζώα όσο καλά ήταν τα παιδιά κυνηγοί που προερχόντουσαν από την περιοχή Shuar του Εκουαδόρ. Ακόμα και τα σύγχρονα παιδιά φαίνονται πως είναι καλά συντονισμένα με τα αντιληπτικά σημεία που σηματοδοτούν τον θάνατο.
Ο πολιτισμικός παράγοντας
Από τη μια μεριά, σε μια πολύ νεαρή ηλικία τα παιδιά αντιλαμβάνονται πως τα νεκρά σώματα δεν πρόκειται να επανέλθουν στη ζωή. Από την άλλη μεριά, επίσης σε πολύ νεαρή ηλικία, τα παιδιά συνδέουν τον θάνατο με συνεχιζόμενες ψυχολογικές λειτουργίες. Που λοιπόν συναντούνται οι πολιτισμικές καταβολές και οι θρησκευτικές διδαχές;
Στην πραγματικότητα, η έκθεση στην έννοια της μεταθανάτιας ζωής παίζει έναν σημαντικό ρόλο στον εμπλουτισμό και στην επεξεργασία της φυσικής γνωσιακής υπόθεσης, είναι κάτι σαν μια σκαλωσιά για αρχιτέκτονες όπου οι πολιτισμικές καταβολές αναπτύσσουν και διακοσμούν τους ενδογενείς ψυχολογικούς δομικούς λίθους των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Το τελικό προϊόν μπορεί να είναι όσο φανταχτερό ή ασκητικό θέλει κανείς, από τις πεποιθήσεις για τη μετενσάρκωση των οπαδών του Βουδισμού μέχρι κάποιου απλού ανθρώπου που πιστεύει ότι απλά υπάρχει κάτι μετά από τον θάνατο.
Για να υποστηρίξουν την ιδέα για πολιτισμικές επιδράσεις στη φυσική τάση σχετικά με την άρνηση του θανάτου του νου ο ψυχολόγος του Πανεπιστημίου του Harvard Paul Harris και η ερευνήτρια Marta Gimenez του Εθνικού Πανεπιστημίου Εκπαίδευσης από Απόσταση της Ισπανίας, έδειξαν πως όταν η διατύπωση σε συνεντεύξεις μετατρέπεται με τρόπο ώστε να περιλαμβάνει ιατρικούς ή επιστημονικούς όρους, η δικαιολόγηση για ψυχολογική συνέπεια μειώνεται. Σ' αυτήν την έρευνα που έγινε το 2005 και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of Cognition and Culture, παιδιά με ηλικία από επτά μέχρι και ένδεκα ετών που προέρχονταν από τη Μαδρίτη, άκουσαν μια ιστορία σχετικά με έναν παπά που είπε σ' ένα παιδί ότι η πεθαμένη γιαγιά του είναι παρέα με τον Θεό. Τα παιδιά αυτά ήταν περισσότερο πιθανό να αποδώσουν συνεχιζόμενες νοητικές καταστάσεις σε αυτούς που είχαν πεθάνει από μια άλλη ομάδα παιδιών που άκουσαν μια πανομοιότυπη ιστορία η οποία αντί για έναν παπά είχε έναν γιατρό ο οποίος έλεγε στο παιδί πως ο παππούς του ήταν νεκρός και είχε θαφτεί.
Και σε μια επανάληψη του πειράματος με τον Baby Mouse που έγινε το 2005 και που δημοσιεύτηκε στο British Journal of Developmental Psychology, ο ψυχολόγος David Bjorklund και ο συγγραφέας συνεργάστηκαν με τον ψυχολόγο Carlos Hermandez Blasi από το Πανεπιστήμιο Jaume I της Ισπανίας για να συγκρίνουν παιδιά από ένα καθολικό σχολείο με παιδιά που παρακολουθούσαν ένα δημόσιο κανονικό σχολείο στο Castellon της Ισπανίας.
Όπως και με την προηγούμενη έρευνα, μια μεγάλη πλειοψηφία από τα νεαρότερα παιδιά, δηλαδή αυτά που ήταν πέντε ως έξι χρονών, που προέρχονταν και από τα δυο εκπαιδευτικά υπόβαθρα, έδωσαν απαντήσεις για το ότι οι νοητικές καταστάσεις του νεκρού Baby Mouse επιβίωναν μετά τον θάνατο. Το είδος των μαθημάτων, οι συνήθειες στο σχολείο ή η θρησκεία δεν έδειξαν κάποια διαφορά. Όσο μεγαλύτερα ήταν ωστόσο τα παιδιά, οι πολιτισμικές καταβολές άρχιζαν να επιδρούν σε μεγαλύτερο βαθμό κι έτσι τα παιδιά από το καθολικό σχολείο έτειναν περισσότερο να δώσουν δικαιολογήσεις ψυχολογικής συνέχειας απ' ότι τα παιδιά που προερχόντουσαν από κανονικό σχολείο. Υπήρχαν ακόμα και κάποια παιδιά με ιδέες παρόμοιες με τον εξαλειπτικό υλισμό, στην ομάδα των παιδιών που προερχόντουσαν από το κανονικό σχολείο.
Ελεύθερα πνεύματα
Το είδος των γνωσιακών περιορισμών που συζητήθηκαν νωρίτερα μπορεί να είναι υπεύθυνοι για την έμφυτη αίσθηση που έχουμε για την αθανασία. Αλλά παρόλο που η 'υπόθεση της περιορισμένης προσομοίωσης' βοηθάει στο να εξηγηθεί το γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι πιστεύουν σε κάτι το τόσο φανταστικά παράλογο όσο η μεταθανάτια ζωή, δεν εξηγεί γιατί οι άνθρωποι βλέπουν την ψυχή να αποκολλάται από το σώμα και να επιπλέει σαν ένα αόρατο μπαλόνι γεμισμένο με ήλιο κατευθυνόμενη στο βασίλειο της αιωνιότητας. Άλλωστε, δεν υπάρχει κάτι που μας περιορίζει στο να συνεχίζουμε να έχουμε τις πεποιθήσεις μας για μεταθανάτιο ζωή συμπεριλαμβάνοντας στις πεποιθήσεις αυτές την ιδέα ότι ο νους συνεχίζει να κατοικεί στο ενταφιασμένο κρανίο και κείτεται εκεί σε μια αιώνια μακάρια ευτυχία. Αλλά σχεδόν κανένας δεν βλέπει την συνέχεια της ύπαρξης του νου με τον τρόπο αυτό.
Όταν ήμασταν ακόμα βρέφη, μάθαμε πως οι άνθρωποι δεν σταματούν να υπάρχουν απλά επειδή δεν μπορούμε να τους δούμε. Το ίδιο συμβαίνει και με τα αντικείμενα, τα παιδιά σε κάποιο στάδιο της ανάπτυξής τους μαθαίνουν πως τα αντικείμενα διατηρούνται κι έτσι μπορεί να παίξει κανείς μαζί τους κρύβοντας αντικείμενα τα οποία τα παιδάκια στη συνέχεια τα ψάχνουν εφόσον αντιλαμβάνονται ότι συνεχίζουν να υπάρχουν. Αυτή η ψυχολογική λειτουργία μας οδηγεί στο να υποθέτουμε πως οι άνθρωποι που γνωρίζουμε βρίσκονται κάπου και κάνουν κάτι και δεν εξαφανίζονται όταν δεν είμαστε σε επαφή μαζί τους.
Για τους ανθρώπους είναι λοιπόν δύσκολο να σβήσουν αυτήν την ψυχολογική αντίληψη της διατήρησης και διάρκειας των ατόμων απλά και μόνο επειδή κάποιος ξαφνικά πεθαίνει. Αυτή η δυσκολία είναι ακόμα πιο έντονη για τους ανθρώπους που βρίσκονται κοντά μας και τους οποίους φανταζόμαστε σε συχνή βάση να εμπλέκονται σε διάφορες καθημερινές δραστηριότητες ακόμα και όταν δεν τους βλέπουμε. Έτσι, η έννοια της διατήρησης μπορεί να είναι το τελικό γνωσιακό μας εμπόδιο που δε μας αφήνει να αντιληφθούμε τον θάνατο ως κάτι το τελειωτικό. Αντίθετα, είναι πολύ πιο φυσικό να φανταζόμαστε όσους έχουν απεβιώσει σα να συνεχίζουν να υπάρχουν με κάποιον ασαφή τρόπο, σε κάποιον τόπο χωρίς να μπορούμε να τους παρατηρήσουμε, ζώντας κανονικά τις νεκρές τους ζωές
Η γυμναστική είναι «χάσιμο χρόνου»
Εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο προσπαθούν να αποκτήσουν το αθλητικό σώμα που πάντα ονειρευόντουσαν, γι’ αυτό κάνουν τζόκινγκ, κολύμβηση ή βάρη στο γυμναστήριο. «Όλα αυτά είναι...
άχρηστα» υποστηρίζουν επιστήμονες και μας κάνουν την καρδιά περιβόλι.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Λονδίνου ισχυρίζονται ότι ανακάλυψαν πως το αν θα έχεις αθλητικό σώμα είναι θέμα γονιδίων και η... αεροβική άσκηση βοηθάει αναλόγως αυτών των γονιδίων.
Περί το 20% των ανθρώπων που γυμνάζονται δεν έχουν κάποιο θετικό αποτέλεσμα όση γυμναστική κι αν κάνουν, απέδειξε η έρευνα τους που έγινε σε διεθνές επίπεδο. Γι’ αυτούς τους ανθρώπους η γυμναστική είναι χάσιμο χρόνου και καλό θα είναι να στραφούν στη δίαιτα ή τα φάρμακα, υποστηρίζουν οι επιστήμονες.
Ο επικεφαλής της έρευνας Τζέιμς Τίμονς υποστήριξε πως η ανακάλυψη αυτή θα βοηθήσει σημαντικά στους τρόπους ζωής των ανθρώπων προκειμένου να ξέρουν πώς θα διατηρήσουν την υγεία τους αναλόγως των γονιδίων τους.
άχρηστα» υποστηρίζουν επιστήμονες και μας κάνουν την καρδιά περιβόλι.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Λονδίνου ισχυρίζονται ότι ανακάλυψαν πως το αν θα έχεις αθλητικό σώμα είναι θέμα γονιδίων και η... αεροβική άσκηση βοηθάει αναλόγως αυτών των γονιδίων.
Περί το 20% των ανθρώπων που γυμνάζονται δεν έχουν κάποιο θετικό αποτέλεσμα όση γυμναστική κι αν κάνουν, απέδειξε η έρευνα τους που έγινε σε διεθνές επίπεδο. Γι’ αυτούς τους ανθρώπους η γυμναστική είναι χάσιμο χρόνου και καλό θα είναι να στραφούν στη δίαιτα ή τα φάρμακα, υποστηρίζουν οι επιστήμονες.
Ο επικεφαλής της έρευνας Τζέιμς Τίμονς υποστήριξε πως η ανακάλυψη αυτή θα βοηθήσει σημαντικά στους τρόπους ζωής των ανθρώπων προκειμένου να ξέρουν πώς θα διατηρήσουν την υγεία τους αναλόγως των γονιδίων τους.
Γέμισε η Βρετανία Pornstars
.. Λόγω των απολύσεων !
Στη βιομηχανία του σεξ στρέφονται πολλές κοπέλες στη Βρετανία, λόγω των περικοπών και των απολύσεων. Δύο νεαρές γυναίκες εξιστορούν πώς το αποφάσισαν και δηλώνουν ότι ο μισθός εξαφάνισε την...
ντροπή.
Η κρίση χτύπησε και τη Βρετανία με αποτέλεσμα ολοένα και περισσότερα κορίτσια να στρέφονται στη βιομηχανία του σεξ για να βρουν κάποια θέση απασχόλησης αφού είναι ο μοναδικός κλάδος που παραμένει αλώβητος.
Σύμφωνα με πληροφορίες, από τη Βρετανική υπηρεσία τηλεφωνικού καταλόγου, σημειώθηκε σημαντική αύξηση στη ζήτηση για sex shops, στριπ κλάμπ και τους επαγγελματίες συνοδούς με τους Βρετανούς να έχουν σπαταλήσει 4.2 δις λίρες στη βιομηχανία του σεξ.
Έτσι, δύο Βρετανίδες βλέποντας ότι ο χώρος του σεξ έχει μέλλον αποφάσισαν να επαναπροσδιορίσουν τους στόχους τους και να αλλάξουν επάγγελμα.
Η 25χρονη Έμα, προ κρίσης, δούλευε σαν ρεσεψιονίστ για μια εταιρεία, και όταν ήρθαν οι περικοπές και η μείωση του μισθού της αποφάσισε να γίνει στριπτιζέζ.
"Πολλές φορές δεν είχα ούτε τα προς το ζην. Αναγκαζόμουν να δανειστώ για να πληρώσω το ενοίκιο. Είχα φτάσει στον πάτο" δήλωσε και πρόσθεσε πως ξεκίνησε τη δουλειά μέσω μια φίλης της που ήταν ήδη στριπτιζέζ και έβγαζε 2.000 με 3000 λίρες τη βδομάδα.
Αν και στην αρχή παραδέχτηκε ότι ντρεπόταν αρκετά, ωστόσο όταν είδε το πρώτο της μισθό ξεπέρασε κάθε ενδοιασμό.
"Δεν θα μπορούσα να είχα καλύτερη δουλειά", λέει χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, άλλη μια κοπέλα, η 28χρονη Σάμι βρήκε το αντίδοτο της κρίσης σε ροζ γραμμή τηλεοπτικού καναλιού. Όταν απολύθηκε από τη τράπεζα που δούλευε, έμαθε πως ζητάνε κοπέλες με... ανθηρό λεξιλόγιο και είπε να δοκιμάσει.
Μάλιστα πήρε και την έγκριση τόσο από τον πατέρα της όσο και από τον σύντροφό της και τώρα βγάζει 200 λίρες τη βραδιά.
"Στην αρχή ξεκίνησα να μιλάω μόνο σε... ξαναμμένους τηλεθεατές οι οποίοι δεν με έβλεπαν αλλά στη συνέχεια επειδή τα χρήματα ήταν πιο πολλά (340 λίρες τη βραδιά) αποφάσισα να εμφανιστώ μπροστά από τις κάμερες και να κάνω ότι θέλουν οι τηλεθεατές", δήλωσε η ίδια, προσθέτοντας ότι "εάν κάποιος τηλεθεατής ζητήσει να δει το στήθος μου του το δείχνω αμέσως. Ωστόσο, εάν αισθανθώ άβολα αν πάσα στιγμή ο εργοδότης μου με υποστηρίζει στο να μην το κάνω".
Εμείς τι να πούμε; Συγχαρητήρια στον μπαμπά και στον σύντροφο...
Στη βιομηχανία του σεξ στρέφονται πολλές κοπέλες στη Βρετανία, λόγω των περικοπών και των απολύσεων. Δύο νεαρές γυναίκες εξιστορούν πώς το αποφάσισαν και δηλώνουν ότι ο μισθός εξαφάνισε την...
ντροπή.
Η κρίση χτύπησε και τη Βρετανία με αποτέλεσμα ολοένα και περισσότερα κορίτσια να στρέφονται στη βιομηχανία του σεξ για να βρουν κάποια θέση απασχόλησης αφού είναι ο μοναδικός κλάδος που παραμένει αλώβητος.
Σύμφωνα με πληροφορίες, από τη Βρετανική υπηρεσία τηλεφωνικού καταλόγου, σημειώθηκε σημαντική αύξηση στη ζήτηση για sex shops, στριπ κλάμπ και τους επαγγελματίες συνοδούς με τους Βρετανούς να έχουν σπαταλήσει 4.2 δις λίρες στη βιομηχανία του σεξ.
Έτσι, δύο Βρετανίδες βλέποντας ότι ο χώρος του σεξ έχει μέλλον αποφάσισαν να επαναπροσδιορίσουν τους στόχους τους και να αλλάξουν επάγγελμα.
Η 25χρονη Έμα, προ κρίσης, δούλευε σαν ρεσεψιονίστ για μια εταιρεία, και όταν ήρθαν οι περικοπές και η μείωση του μισθού της αποφάσισε να γίνει στριπτιζέζ.
"Πολλές φορές δεν είχα ούτε τα προς το ζην. Αναγκαζόμουν να δανειστώ για να πληρώσω το ενοίκιο. Είχα φτάσει στον πάτο" δήλωσε και πρόσθεσε πως ξεκίνησε τη δουλειά μέσω μια φίλης της που ήταν ήδη στριπτιζέζ και έβγαζε 2.000 με 3000 λίρες τη βδομάδα.
Αν και στην αρχή παραδέχτηκε ότι ντρεπόταν αρκετά, ωστόσο όταν είδε το πρώτο της μισθό ξεπέρασε κάθε ενδοιασμό.
"Δεν θα μπορούσα να είχα καλύτερη δουλειά", λέει χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, άλλη μια κοπέλα, η 28χρονη Σάμι βρήκε το αντίδοτο της κρίσης σε ροζ γραμμή τηλεοπτικού καναλιού. Όταν απολύθηκε από τη τράπεζα που δούλευε, έμαθε πως ζητάνε κοπέλες με... ανθηρό λεξιλόγιο και είπε να δοκιμάσει.
Μάλιστα πήρε και την έγκριση τόσο από τον πατέρα της όσο και από τον σύντροφό της και τώρα βγάζει 200 λίρες τη βραδιά.
"Στην αρχή ξεκίνησα να μιλάω μόνο σε... ξαναμμένους τηλεθεατές οι οποίοι δεν με έβλεπαν αλλά στη συνέχεια επειδή τα χρήματα ήταν πιο πολλά (340 λίρες τη βραδιά) αποφάσισα να εμφανιστώ μπροστά από τις κάμερες και να κάνω ότι θέλουν οι τηλεθεατές", δήλωσε η ίδια, προσθέτοντας ότι "εάν κάποιος τηλεθεατής ζητήσει να δει το στήθος μου του το δείχνω αμέσως. Ωστόσο, εάν αισθανθώ άβολα αν πάσα στιγμή ο εργοδότης μου με υποστηρίζει στο να μην το κάνω".
Εμείς τι να πούμε; Συγχαρητήρια στον μπαμπά και στον σύντροφο...
Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2010
Του το "καρφώνει" με κλειστά μάτια !
Στο κανάλι της Λίβερπουλ φιλοξενήθηκαν τα αστέρια των “reds” , Φερνάντο Τόρες και Τζίμι Κάραγγερ, οι οποίοι έλαβαν μέρος σε μια… παράξενη δοκιμασία. Οι άσοι της ομάδας του Μερσέισαϊντ διαγωνίστηκαν στην εκτέλεση πέναλτι με κλειστά μάτια, με το θέαμα να είναι απολαυστικό!
Το ανέκδοτο που ψηφίστηκε από 36.000 κόσμο ως το καλύτερο ανέκδοτο του κόσμου!
…είναι εντελώς αποτυχημένο! Η εταιρεία OnePoll συγκέντρωσε περίπου 1.000 ανέκδοτα, μέσα από τα οποία 36.000 άνθρωποι ψήφισαν το καλύτερο ανέκδοτο όλων των εποχών.
Από την δημοσκόπηση που...
θα μπορούσε να προκαλέσει φρενίτιδα γέλιου, τελικά επιβεβαιώθηκε απλώς ότι οι Βρετανοί έχουν περίεργη αίσθηση του χιούμορ.
Σας παραθέτουμε αυτό που αναδείχθηκε 1ο σύμφωνα με την ψηφοφορία:
Είναι μια γυναίκα με το μωρό στην αγκαλιά και μπαίνει στο λεωφορείο. Την ώρα που χτυπάει το εισιτήριο, ο οδηγός της λέει: «Έχετε το πιο άσχημο μωρό που έχω δει ποτέ». Φουριόζα πηγαίνει να κάτσει σε μια άδεια θέση και λέει στον άνδρα που καθόταν δίπλα της: «Ο οδηγός μόλις με προσέβαλε!» Και απαντά ο διπλανός της: «Πηγαίνετε και διαμαρτυρηθείτε. Άντε, θα προσέχω εγώ το μικρό σας μαϊμουδάκι».
www.otherside.gr
Από την δημοσκόπηση που...
θα μπορούσε να προκαλέσει φρενίτιδα γέλιου, τελικά επιβεβαιώθηκε απλώς ότι οι Βρετανοί έχουν περίεργη αίσθηση του χιούμορ.
Σας παραθέτουμε αυτό που αναδείχθηκε 1ο σύμφωνα με την ψηφοφορία:
Είναι μια γυναίκα με το μωρό στην αγκαλιά και μπαίνει στο λεωφορείο. Την ώρα που χτυπάει το εισιτήριο, ο οδηγός της λέει: «Έχετε το πιο άσχημο μωρό που έχω δει ποτέ». Φουριόζα πηγαίνει να κάτσει σε μια άδεια θέση και λέει στον άνδρα που καθόταν δίπλα της: «Ο οδηγός μόλις με προσέβαλε!» Και απαντά ο διπλανός της: «Πηγαίνετε και διαμαρτυρηθείτε. Άντε, θα προσέχω εγώ το μικρό σας μαϊμουδάκι».
www.otherside.gr
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)